Μην χασετε

Με αποκαλούσαν « η ζωντοχήρα του 3ου» – Αν δεν είχα φύγει θα είχα καταλήξει σαν την Καρολάιν

Ήρθα να μείνω στην πολυκατοικία αυτή μόλις χώρισα από τον άντρα μου. Ήμουν μόλις 25 ετών και είχα δύο μικρά παιδάκια τα οποία έπρεπε να σώσω όπως και τον εαυτό μου από τα χέρια του μανιακού συζύγου μου, ο οποίος μας είχε σαπίσει στο ξύλο. Δεν γινόταν να μείνω άλλο εκεί. Κάποια στιγμή θα μας σκότωνε και τους τρεις και έπρεπε να κάνω κάτι.

Advertisements

 

Πήρα τα παιδιά και φύγαμε μέσα στη νύχτα και πήγα να μείνω στη μάνα μου, η οποία ο Θεός να την έχει καλά μας βοήθησε να βρούμε το σπίτι αυτό και αργότερα, χρονια μετά, με δικά της έξοδα το αγοράσαμε και είχαμε ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι μας. Δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο. Ένα παλιό δυάρι ήταν στον τρίτο όροφο. Ευτυχώς η πολυκατοικία αυτή ήταν κοντά στο σπίτι της μητέρας μου και μπορούσαμε όποτε θέλαμε να πηγαινοερχόμαστε.

 

 

Οι γείτονες μας καλοδέχτηκαν μέχρι που έμαθαν ότι είμαι χωρισμένη. Από κει και πέρα ξεκίνησε το μαρτύριό μου. Δεν μπήκαν ποτέ στον κόπο να ρωτήσουν τι συνέβη και έφυγα από το σπίτι μου παρά όποτε με έβλεπαν ήταν, δεν ήταν τα παιδιά μου μπροστά, μπροστά και πίσω από την πλάτη μου με αποκαλούσαν «η ζωντοχήρα του τρίτου». Δεν λυπήθηκαν τα παιδιά μου που είχαν ζήσει τόσα. Δεν λυπήθηκαν εμένα που είχα τραβήξει τόσα παρά το νεαρό της ηλικίας μου και με έβαλαν κατευθείαν στο στόχαστρο και με σφυροκοπούσαν σε κάθε ευκαιρία.

 

Για τους περισσότερους η χωρισμένη, είναι “ζωντοχήρα” δηλαδή κάποια που παρατάει τον άντρα της γιατί θέλει να βγαίνει με γκόμενους δεξιά και αριστερά, κάποια που δεν την ενδιαφέρουν τα παιδιά της και που θέλει να κάνει τη ζωή της χωρίς έγνοιες, υποχρεώσεις και σκοτούρες μόνο που στη δική μας περίπτωση τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά. Τα στερεότυπα μας φάγανε. Αν ήξεραν ότι έσωσα τον εαυτό μου και τα παιδιά από του χάρου τα δόντια θα είχαν την ίδια άποψη;

 

Advertisements

 

Το ότι είχα πάρει διαζύγιο από τον άντρα μου τους έδινε αυτόματα το δικαίωμα να μου την πέφτουν σε κάθε ευκαιρία λες και ψαχνόμουν για καινούργιο «αιμοδότη». Μου την έπεφταν απροκάλυπτα ακόμα και μπροστά στα παιδιά μου, ακόμα και μπροστά στις γυναίκες τους, εντελώς ξεδιάντροπα κάτι που έκανε τις γειτόνισσες να με μισήσουν ακόμα περισσότερο. Με αποκαλούσαν πόρνη στην καλύτερη, πουτ@ν@ στη χειρότερη και με κατηγορούσαν ότι προσπαθούσα να τους φάω τους άντρες τη στιγμή που δεν σήκωνα ποτέ τα μάτια μου να κοιτάξω κανέναν, ούτε είχε μπει ποτέ άντρας στο σπίτι μου. Με πετύχαιναν στο ασανσέρ ή στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς και προσπαθούσαν να με στριμώξουν στις γωνίες λες και τους είχα δώσει εγώ ποτέ τέτοιο δικαίωμα.

 

Τα παιδιά μου έβλεπαν όλο αυτό που γινόταν και σήκωναν και εκείνα το δικό τους σταυρό μαζί με μένα. Στο σχολείο τα κορόιδευαν και τα αποκαλούσαν τα παιδιά της ζωντοχήρας και εκείνα δεν μου έλεγαν τίποτα για να μη με στεναχωρήσουν. Δεν κατηγορώ τα παιδιά. Ο, τι ακούνε σπίτι λένε. Για τους γονείς τους ήμουν κόκκινο πανί οπότε αναμενόμενο ήταν να περάσουν στα παιδιά τους τις δικές τους σαθρές εντυπώσεις.

 

 

Μετά από καιρό ξεκίνησε και το άλλο. Μου φόρτωναν σχέσεις που δεν είχα κάνει ποτέ. Με αποκαλούσαν μετρέσα του φαρμακοποιού, του μανάβη, του ψιλικατζή, του φούρναρη, γενικά είχα πάρει ό, τι κινείται και εκτελείται και σας μιλάω πραγματικά, με τους ανθρώπους αυτούς ένα καλημέρα και ένα καλησπέρα είχαμε όταν πήγαινα να ψωνίσω στα μαγαζιά τους.

Ήμουν μόλις 25 ετών αλλά είχα περάσει τόσα πολλά στη ζωή μου που έμοιαζα για 45. Το ξύλο που έτρωγα τόσα χρόνια είχε αφήσει τα σημάδια του πάνω μου αλλά δεν τα έβλεπε κανείς. Όλοι έβλεπαν αυτά που δεν υπήρχαν και όχι αυτά που φαίνονταν. Πέρα από τη μάνα μου δεν είχα κανέναν. Αν δεν ήταν εκείνη δεν ξέρω τι θα είχα κάνει. Κανείς ποτέ δεν με πλησίασε να μου πει «κορίτσι μου χρειάζεσαι κάτι; Θες μήπως βοήθεια με τα παιδιά; Τώρα που θα πας για δουλειά που θα τα αφήσεις; Θέλεις μήπως να σου φέρω κάτι; Πάω μέχρι το σουπερμάρκετ. Μήπως χρειάζεσαι κάτι;». Ποτέ μα ποτέ κανείς.

Advertisements

 

Δεν τους ένοιαζε που πολλές φορές άφηνα το 5χρονο να προσέχει το 3χρονο για να πάω στη δουλειά μου γιατί δεν είχα κανένα να μου τα κρατήσει. Δεν τους ένοιαζε που ήμουν καταρρακωμένη ψυχικά και σωματικά και προσπαθούσα να πατήσω ξανά στα πόδια μου και να κάνω ένα ξεκίνημα στη ζωή μου. Ποτέ κανείς δεν με υπερασπίστηκε, ποτέ κανείς δεν μου συμπαραστάθηκε. Ήμουν και είμαι μόνη μου, εγώ, η ζωντοχήρα του τρίτου λες και δεν έχω όνομα.

 

Με λένε Αιμιλία και είμαι άνθρωπος και μητέρα. Αν δεν είχα φύγει θα είχα καταλήξει σαν την Καρολάιν αλλά βρήκα το κουράγιο και έφυγα. Τι άνθρωποι είστε εσείς που μόνο να κουτσομπολεύετε και να κατακρίνετε ξέρετε; Η ανθρωπιά σας πού πήγε; Η βοήθεια προς το συνάνθρωπο; Να πηγαίνετε κάθε Κυριακή και στις γιορτές εκκλησία ξέρετε και να φιλάτε τις εικόνες και το χέρι του παπά, αλλά να εφαρμόζετε έμπρακτα αυτά που σας λέει ο Χριστός και ο ιερέας ούτε κατά διάνοια.

Καλά λένε ότι είμαστε το πιο σκ@τόψυχο είδος. Λυπάμαι και ντρέπομαι γιατί δεν είμαι παρά ένα κορίτσι μόνο ορφανό από πατέρα και κακοποιημένη από το σύζυγο που σας έχει ανάγκη και εσείς αντί να τείνετε μία χείρα βοηθείας, με πιάνετε από το χέρι και με πετάνε στους καρχαρίες.

Ντρέπομαι. Πραγματικά ντρέπομαι. Εγώ η Αιμιλία ή για εσάς, η ζωντοχήρα του τρίτου.

Αιμιλία

 

 

Advertisements

Μην χάσετε

Τελευταια άρθρα