Οι παράγοντες του τρόπου ζωής που σχετίζονται με τη δυσκοιλιότητα είναι το επίπεδο της ενυδάτωσης του οργανισμού, οι φυτικές ίνες, το ιστορικό χρήσης καθαρτικών, οι καθιστικές συνήθειες, καθώς και η εθελουσία καθυστέρηση της κένωσης.
Ο όρος δυσκοιλιότητα αναφέρεται στη δυσκολία κατά την κένωση και σε μειωμένη κινητικότητα του εντέρου για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα συμπτώματα χαρακτηρίζονται από φούσκωμα και κοιλιακό άλγος, σκληρά και ξηρά περιττώματα.
Η φυσιολογική συχνότητα κενώσεων ποικίλει από 3 φορές εβδομαδιαίως μέχρι 3 φορές ημερησίως. Η δυσκοιλιότητα εμφανίζεται κυρίως στους ηλικιωμένους ανθρώπους άνω των 70 ετών.
Οι παράγοντες του τρόπου ζωής που σχετίζονται με τη δυσκοιλιότητα είναι το επίπεδο της ενυδάτωσης του οργανισμού, οι φυτικές ίνες, το ιστορικό χρήσης καθαρτικών, οι καθιστικές συνήθειες, καθώς και η εθελουσία καθυστέρηση της κένωσης.
Αναλυτικότερα, η μειωμένη πρόσληψη υγρών (λιγότερο από 1,5 λίτρο/ημέρα) και η χαμηλή ενυδάτωση έχει συνδεθεί με αργό πέρασμα των περιττωμάτων από το κόλον και με μικρότερο όγκο εξόδου.
Το διατροφικό πρότυπο που ακολουθεί ο σύγχρονος άνθρωπος είναι χαμηλό σε φυτικές ίνες, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται ο χρόνος διάβασης και το βάρος των κοπράνων αλλά και η κινητικότητα του εντέρου.
Η δυσκοιλιότητα αποτελεί πιο συχνό φαινόμενο σε ανθρώπους που δεν ασκούνται συχνά και συστηματικά, με αυτούς που είναι κυρίως καθιστικοί ή σε πολυθρόνα να εμφανίζουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο.
Το περιβάλλον με τις ιδιαιτερότητές του μπορεί να συμβάλλει στην εμφάνιση του φαινομένου. Έτσι, άτομα όπως οι ηλικιωμένοι που εξαρτώνται από άλλους ή εμφανίζουν περιορισμένη κινητικότητα παρουσιάζουν πιο συχνά δυσκοιλιότητα.
Ακόμα και η συναισθηματική κατάσταση όπως το αυξημένο άγχος, η κατάθλιψη, η μειωμένη νοητική λειτουργία, ακόμα και ορισμένου τύπου φαρμακευτική θεραπεία μπορούν να οδηγήσουν στην ανεπιθύμητη αυτή κατάσταση.
Η πρόληψή της είναι αναμφισβήτητα πιο επιθυμητή από τη θεραπεία και πάντα σε σχέση με τις διατροφικές συνήθειες οι βασικοί άξονες στρατηγικής είναι 2: α) κατανόηση και εφαρμογή της σωστής ενυδάτωσης και β) διατροφή πλούσια σε αδιάλυτες φυτικές ίνες: φασόλια, αρακάς, ρεβίθια, φακές, δημητριακά ολικής άλεσης, σπόροι και ξηροί καρποί αλλά και ψωμιά ή ζυμαρικά και φρυγανιές ή παξιμάδια ολικής άλεσης.
Μεγάλη περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες παρουσιάζει επίσης η βρώμη, είτε αυτή καταναλώνεται σαν συνοδευτική του πρωινού είτε με τη μορφή του αλευριού για την παρασκευή αρτοσκευασμάτων.
Οι πρόσφατες διατροφικές οδηγίες προς ενήλικες που εκδόθηκαν το 2010 υπαγορεύουν επιπρόσθετα καθημερινή πρόσληψη λαχανικών και φρούτων (όπως δαμάσκηνα, ακτινίδια). Ένας άλλος τρόπος για στοχευμένη αύξηση φυτικών ινών είναι η συχνή κατανάλωση φρέσκων και μη επεξεργασμένων προϊόντων.
Πιθανή ευεργετική δράση ίσως έχουν και προϊόντα όπως μαρμελάδες και μπισκότα με αυξημένη περιεκτικότητα φυτικών ινών, κατασκευασμένα ειδικά για αυτό το σκοπό. Μια άλλη κατηγορία προϊόντων ονομάζονται διογκωτικοί παράγοντες και στοχεύουν στην αύξηση του τελικού όγκου και της συχνότητας των κοπράνων.
Τέτοια προϊόντα είναι π.χ. δημητριακά που έχουν παρασκευαστεί με βάση το καλαμπόκι ή το σιτάρι. To ψύλλιο, μια άλλη εναλλακτική λύση για τη δυσκοιλιότητα, παρασκευάζεται από το ινδικό φυτό plantago indica.
To ψύλλιο, αποτελείται από μικρούς σπόρους φυτών, οι οποίοι περιέχουν φυτικές ίνες. Η ουσιαστική δράση του ψύλλιου, αναφέρεται στο γεγονός ότι κατακρατά νερό σε ποσοστό 1/6 του βάρους του. Η αποτελεσματικότητά του χρειάζεται ακόμη περισσότερη τεκμηρίωση προτού να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα.
Οι διάφορες μελέτες που ερεύνησαν τον ρόλο των προβιοτικών και πρεβιοτικών παραγόντων στην αντιμετώπιση της δυσκοιλιότητας ακόμα δεν έχουν προβεί σε οριστικές συστάσεις.
Φαίνεται πως τα εν λόγω προϊόντα ή λειτουργικά τρόφιμα εμπλουτισμένα με αυτά σε άλλους έχουν ευεργετικό αποτέλεσμα, ενώ σε άλλους οι διαφορές είναι ανεπαίσθητες. Αν όλα τα παραπάνω δεν έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα, οι εναλλακτικές προτείνουν είτε γάλα μαγνησίας, είτε φύλλα Αιγύπτου, είτε προϊόντα με σορβιτόλη σαν συμπληρώματα της διατροφής. Οι διατροφικές οδηγίες προτρέπουν επίσης και για συστηματική φυσική δραστηριότητα.
Έτσι, η χρονική δραστηριότητα της αερόβιας σωματικής άσκησης καλό θα ήταν να καταλαμβάνει 2 ½ ώρες εβδομαδιαίως μέτριας έντασης ή 1 ½ ώρα αυξημένης έντασης εβδομαδιαίως. Όμως οι οδηγίες εξειδικεύουν ακόμα περισσότερο και ως προς την ποιότητα της άσκησης.
Η δραστηριότητα είναι καλό να κατανέμεται ομοιόμορφα μέσα στη διάρκεια της εβδομάδας και οποιοσδήποτε ενδιαφέρεται να αποκομίσει τα μέγιστα οφέλη από την άσκηση καλό θα ήταν να επεκτείνει τον χρόνο στις 5 ώρες μέτριας έντασης αερόβια δραστηριότητα την εβδομάδα ή εναλλακτικά 2 ½ ώρες αυξημένης έντασης αερόβια δραστηριότητα την εβδομάδα. Επιπρόσθετα, δύο φορές την εβδομάδα το είδος της άσκησης οφείλει να στοχεύει και στη μυϊκή ενδυνάμωση.
Ανακεφαλαιώνοντας, η δυσκοιλιότητα μπορεί να είναι χρόνια αλλά μπορεί να προκύψει είτε ως παρενέργεια του τρόπου διατροφής και μειωμένης φυσικής δραστηριότητας, της λήψης ορισμένων φαρμάκων ή ακόμα και ορισμένων παθολογικών καταστάσεων όπως εγκεφαλικό ή τραυματισμοί της σπονδυλικής στήλης.
Η αντιμετώπισή της επιβάλλει τη λήψη λεπτομερούς ιστορικού από τον ειδικό ή την ομάδα ειδικών με απώτερο σκοπό την ακριβή αναγνώριση των αιτίων της και των πιθανών εναλλακτικών λύσεων.
Παπαμίκος Βασίλειος, Νοσοκομειακός Διαιτολόγος ΓΝΑ – Κοργιαλένειο Μπενάκειο