Η εμφάνιση αναιμίας συμβαίνει όταν η έλλειψη του σιδήρου είναι σημαντική. Μπορεί ωστόσο να παρουσιαστεί έλλειψη σιδήρου χωρίς την ύπαρξη αναιμίας. Διατροφικές συστάσεις για σιδηροπενική αναιμία.
Το ανθρώπινο σώμα περιέχει 2-4 γρ. σιδήρου. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού (65%) βρίσκεται στην αιμοσφαιρίνη. Ως αναιμία ορίζεται, όταν ο οργανισμός έχει λιγότερα ερυθροκύτταρα από το φυσιολογικό είτε όταν τα ερυθροκύτταρα του οργανισμού περιέχουν λιγότερη αιμοσφαιρίνη.
Η αιμοσφαιρίνη είναι μία πρωτεΐνη πλούσια σε σίδηρο και είναι υπεύθυνη για το χαρακτηριστικό κόκκινο χρώμα των ερυθροκυττάρων. Ρόλος της αιμοσφαιρίνης είναι η μεταφορά οξυγόνου από τους πνεύμονες στους διάφορους ιστούς του σώματος.
Η έλλειψη σιδήρου συχνά παρατηρείται στις παρακάτω πληθυσμιακές ομάδες:
Βρέφη και μικρά παιδιά, λόγω της χαμηλής περιεκτικότητας του γάλακτος και άλλων τροφίμων σε σίδηρο και λόγω του υψηλού ρυθμού ανάπτυξης των παραπάνω ομάδων.
Άτομα που διανύουν τα αρχικά στάδια της εφηβείας, λόγω του υψηλού ρυθμού ανάπτυξης και λόγω της αύξησης της μάζας των ερυθροκυττάρων.
Γυναίκες αναπαραγωγικής περιόδου, λόγω των απωλειών κατά την έμμηνο ρύση.
Εγκυμονούσες γυναίκες, λόγω αυξημένου όγκου αίματος και αυξημένων αναγκών του εμβρύου και του πλακούντα.
Άτομα που ακολουθούν ιδιαίτερα υποθερμιδικές δίαιτες.
Ασθενείς που πάσχουν από αιμορραγίες, νεφροπαθείς, με ελαττωμένο χρόνο γαστρεντερικής διέλευσης, στεατόρροια και άτομα με παρατεταμένη χρήση αλκαλικών φαρμάκων, όπως αντιόξινα.
Συμπτώματα
Η εμφάνιση αναιμίας συμβαίνει όταν η έλλειψη του σιδήρου είναι σημαντική. Μπορεί ωστόσο να παρουσιαστεί έλλειψη σιδήρου χωρίς την ύπαρξη αναιμίας. Τα συμπτώματα που παρατηρούνται περιλαμβάνουν κυρίως, ωχρότητα, απάθεια, διαταραχές συμπεριφοράς, χαμηλές επιδόσεις σε μαθησιακές υποχρεώσεις, ελαττωμένη συγκέντρωση, δυσκολία στη διατήρηση της θερμοκρασίας σώματος, μειωμένο ανοσοποιητικό, δυσφαγία.
Η έλλειψη σιδήρου μπορεί να οδηγήσει σε αρνητική έκβαση εγκυμοσύνης, πρόωρου τοκετού και νεογνικής θνησιμότητας.
Αξιολόγηση αιματολογικών δεικτών
1. Η συγκέντρωση αιμοσφαιρίνης στο αίμα δηλώνει την ποσότητα αιμοσφαιρίνης ανά μονάδα αίματος (ΦΤ: A: 13.5-17.5 Γ: 12.0-16.0 g/ dl).
2. Ο αιματοκρίτης είναι το ποσοστό του συνολικού όγκου του αίματος που είναι τα ερυθρά αιμοσφαίρια (ΦΤ: A: 41-53 Γ: 36-46%).
3. Ο μέσος όγκος ερυθρών αιμοσφαιρίων (MCV) υποδηλώνει το μέγεθος του ερυθροκυττάρου (ΦΤ: 78-98 fl).
Οι παραπάνω δείκτες είναι πολύ σημαντικοί για τη διάγνωση της σιδηροπενικής αναιμίας. Ωστόσο είναι λιγότερο χρήσιμοι για τη διάγνωση σιδηροπενίας (έλλειψης σιδήρου) χωρίς αναιμία. Έτσι, χρειάζεται να αξιολογήσουμε και τα επίπεδα σιδήρου και φερριτίνης στον οργανισμό.
Συγκεντρώσεις φερριτίνης πλάσματος μικρότερες από 12 μg/dL συνδέονται με έλλειψη σιδήρου. Τα φυσιολογικά επίπεδα σιδήρου του ορού κυμαίνονται μεταξύ 50-165 μg/dL, ενώ τιμές μικρότερες των 50 μg/dL υποδηλώνουν έλλειψη.
Οι απαιτήσεις σε σίδηρο μεταβάλλονται ανάλογα με το φύλο και τηνηλικίακαιεξαρτώνται από τις αποθήκες σιδήρου. Αν οι αποθήκες σιδήρου είναι πλήρεις, τότε απορροφάται λιγότερη ποσότητα σιδήρου από τον οργανισμό.
Αντίθετα, η απορρόφηση του σιδήρου αυξάνεται όταν οι αποθήκες του σιδήρου δεν είναι πλήρεις. Αυτή η ρύθμιση στην απορρόφηση του σιδήρου συμβαίνει γιατί η αυξημένη ποσότητα σιδήρου είναι τοξική για τον οργανισμό.
Ο σίδηρος που λαμβάνεται μέσω της διατροφής χωρίζεται στον αιμικό και μη αιμικό σίδηρο. Η απορρόφηση του αιμικού σιδήρου επηρεάζεται από τα αποθέματα σιδήρου του σώματος. Περιέχεται σε τρόφιμα ζωικής προέλευσης όπως, εντόσθια, κόκκινο κρέας, ψάρια, πουλερικά.
Ο μη αιμικός σίδηρος περιέχεται σε τρόφιμα φυτικής προέλευσης όπως, ξηροί καρποί, όσπρια, δημητριακά, πράσινα φυλλώδη λαχανικά, φρούτα, ολικής άλεσης προϊόντα. Η απορρόφηση του αιμικού σιδήρου ενισχύεται από τις πρωτεΐνες του κρέατος και από την Βιταμίνη C.
Ταννίνες (τσάι), ασβέστιο (γαλακτοκομικά), πολυφαινόλες και φυτικά οξέα (όσπρια) δυσχεραίνουν την απορρόφηση του αιμικού σιδήρου.
Διατροφικές συστάσεις για σιδηροπενική αναιμία
1. Επιλογή τροφίμων που είναι πλούσια σε σίδηρο (κόκκινο κρέας, πουλερικά, ψάρια).
2. Τα κυρίως γεύματα να περιέχουν τρόφιμα που περιέχουν σίδηρο.
3. Παράλληλη κατανάλωση βιταμίνης C για καλύτερη απορρόφηση του σιδήρου (μπρόκολλο, πορτοκάλι, φράουλες).
4. Κατανάλωση έως δύο γαλακτοκομικών προϊόντων ανά ημέρα (π.χ. έως 2 ποτήρι γάλα) προκειμένου να μην παρεμποδίζεται η απορρόφηση του σιδήρου.
5. Περιορισμένη κατανάλωση τσαγιού και καφέ καθώς και τροφίμων που περιέχουν EDTA (ανάγνωση ετικετών τροφίμων).
Μαρκούση Ι. Μαριέττα
Κλινική Διαιτολόγος- Διατροφολόγος MSc