Οι ενήλικες ταλαιπωρούνται από το λεγόμενο «κοινό κρυολόγημα» περίπου 2-3 φορές τον χρόνο, ενώ τα παιδιά περισσότερες.
Ο πονόλαιμος και η ρινική καταρροή είναι συνήθως τα πρώτα συμπτώματα του κρυολογήματος, και ακολουθούν βήχας και συχνό φτάρνισμα.
Οι περισσότεροι άνθρωποι αναρρώνουν σε διάστημα 7 έως 10 ημερών.
Τι μπορεί να συμβαίνει όμως όταν περνούν οι μέρες και τα συμπτώματα του κρυολογήματος δεν υποχωρούν;
Νέο κρυολόγημα:
Κατά τη διάρκεια του χειμώνα μπορεί να κολλήσετε μία ίωση, να αναρρώσετε και αμέσως να κολλήσετε νέα ίωση. Καθώς δεν έχει μεσολαβήσει διάστημα χωρίς συμπτώματα, θεωρείτε ότι πρόκειται για την ίδια ίωση.
Παρενέργεια φαρμάκων:
Ο βήχας είναι συνήθως το τελευταίο σύμπτωμα που υποχωρεί. Αν ο βήχας παρατείνεται, είναι πιθανό να φταίνε τα φάρμακα που παίρνετε. Ο χρόνιος ξηρός βήχας είναι κοινή παρενέργεια μιας κατηγορίας φαρμάκων που λέγονται αναστολείς του MEA (μετατρεπτικό ένζυμο της αγγειοτασίνης) και λαμβάνονται για τη μείωση της αρτηριακής πίεσης.
Χρόνια ρινίτιδα:
Αν έχετε παραγωγικό βήχα με διαυγή ή λευκά φλέματα, είναι πιθανό να πάσχετε από χρόνια ρινίτιδα η οποία επιδεινώνεται τη νύχτα όταν ξαπλώνετε. Είναι κοινή μετά από ένα κρυολόγημα, ενώ προκαλείται επίσης από αλλεργίες, αλλαγές του καιρού και άλλους εξωτερικούς παράγοντες.
Αλλεργίες:
Κοινή αιτία ρινικής καταρροής και βήχα, δηλαδή συμπτωμάτων ίωσης, είναι οι αλλεργίες που πυροδοτούν περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως η γύρη. Ανάλογα με την εποχή του χρόνου, τα αλλεργικά συμπτώματα μπορούν να διαρκέσουν περισσότερο και συχνά συνοδεύονται από φαγούρα στα μάτια.
Ιγμορίτιδα:
Συχνά, όταν υποχωρεί η ίωση, εκδηλώνονται νέα συμπτώματα, όπως πίεση στα ιγμόρεια, πονοκέφαλος και πυρετός. Μετά από ένα κρυολόγημα, μπορεί οι ρινικοί κόλποι να βουλώσουν και να γεμίσουν με υγρό (βλέννα). Τότε μπορεί να αναπτυχθούν μικρόβια (βακτήρια, ιοί και μύκητες) και να προκαλέσουν μόλυνση.
Άσθμα:
Αν ο βήχας συνοδεύεται από συριγμό που δεν υποχωρεί, πρόκειται για άσθμα ή χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ). Συνήθως εκδηλώνεται σε παιδική ηλικία, μπορεί όμως να διαγνωσθεί και σε ενήλικες.
Πνευμονία:
Αν έχετε έντονο βήχα που συνοδεύεται από καφέ ή πράσινα φλέματα, πυρετό και δυσκολία στην αναπνοή, είναι πιθανό να πρόκειται για πνευμονία. Κινδυνεύουν περισσότερο όσοι πάσχουν από χρόνιες πνευμονοπάθειες, όπως άσθμα ή εμφύσημα.
Γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση:
Αν έχετε άσχημη γεύση στο στόμα που συνοδεύεται από ξηρό βήχα και βραχνάδα, ίσως πάσχετε από γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση. Άλλα συμπτώματα είναι οι καούρες, η ναυτία, οι ερυγές και η παλινδρόμηση της τροφής, ειδικά μετά από βαριά και καυτερά γεύματα ή όταν ξαπλώνετε.
Φυματίωση:
Η σοβαρή βακτηριακή λοίμωξη προκαλεί επίμονο, ανεξέλεγκτο βήχα, που μπορεί να οδηγήσει σε αιμόπτυση, πυρετό, ρίγη και νυχτερινές εφιδρώσεις. Αν και σπάνια πλέον, εκδηλώνεται σε κάποιες περιπτώσεις, ειδικά σε όσους έχουν αποδυναμωμένο ανοσοποιητικό και είναι άκρως μεταδοτική.
Ανοσοανεπάρκεια:
Είναι διαταραχή που πλήττει το ανοσοποιητικό σύστημα. Μπορεί να είναι πρωτοπαθής ή δευτεροπαθής. Οι πρωτοπαθείς ανοσοανεπάρκειες οφείλονται σε γενετικά σύνδρομα, τα οποία εκδηλώνονται κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας. Αντίθετα, οι δευτεροπαθείς οφείλονται σε νοσήματα που προκαλούν είτε απώλεια ανοσοσφαιρινών είτε μειωμένη παραγωγή ανοσοσφαιρινών. Όλες αυτές οι διαταραχές καθιστούν τον οργανισμό του ασθενούς πιο ευάλωτο σε λοιμώξεις παντός είδους, όπως στο αναπνευστικό, στο ουροποιητικό, στο δέρμα, στα αφτιά ή στο έντερο. Οι λοιμώξεις είναι συνήθως πολύ επίμονες και συχνά υποτροπιάζουν και ταλαιπωρούν για μεγάλο διάστημα τον ασθενή.
Καρκίνος:
Εάν ο βήχας επιμένει παρά τη φαρμακευτική αγωγή που ακολουθείτε και ειδικά αν είστε ή υπήρξατε καπνιστής ή έχετε εκτεθεί σε αμίαντο, είναι πιθανό να πρόκειται για σύμπτωμα καρκίνου. Συνήθως τα συμπτώματα διαρκούν εβδομάδες έως και μήνες και μπορεί να μην υπάρχουν άλλα σημάδια, αν και πολλοί έχουν γενική αδυναμία, μειωμένη όρεξη, δύσπνοια και απώλεια βάρους.