Πολλές φορές ακούμε μέσα μας μια φωνή που μας ασκεί κριτική. Αυτοκριτική δηλαδή. Ένας “εσωτερικός κριτής” που μπορεί να μας βοηθήσει, αν η διαδικασία γίνεται σωστά, μπορεί όμως και να μας οδηγήσει σε λάθος μονοπάτια, εκείνα της αυτοϋποτίμησης και της αυτοτιμωρίας.
Το ζητούμενο είναι να γινόμαστε καλύτεροι και όχι να τιμωρούμαι τον εαυτό μας. Και σε αυτό μας βοηθάει σήμερα η Ντόρα Μίνου, ΜΑ Κλινικής Ψυχολογίας, Ψυχοθεραπεύτρια (Ενηλίκων, Ζεύγους & Οικογένειας). Ο λόγος στην ειδικό…
Οι άνθρωποι έχουμε την τάση αλλά και τη δυνατότητα να επιδιώκουμε εσωτερικούς διαλόγους σταθμίζοντας και επανεξετάζοντας τις συμπεριφορές, τα λόγια αλλά και τις προθέσεις μας. Μέσα από την αυτοκριτική υπάρχει μία υγιής διαδικασία να αναλάβουμε την ευθύνη στα λάθη μας, να αλλάξουμε την οπτική αλλά και τους τρόπους συμπεριφοράς μας, να αποκτήσουμε επίγνωση και να προσπαθήσουμε να μετακινηθούμε από δυσλειτουργικές συμπεριφορές και στάσεις απέναντι σε ανθρώπους, καταστάσεις ή και τον ίδιο μας τον εαυτό.
Ωστόσο, αυτή η εσωτερική φωνή δεν είναι πάντα ένας τρόπος εξέλιξης και ωριμότητας, για πολλούς η αυτοκριτική έρχεται με στόχο την ενοχοποίηση και την καθήλωση. Γινόμαστε σκληροί και άκαμπτοι με τον εαυτό μας και συνειδητά ή ασυνείδητα παγιδευόμαστε σε μία αυτοτιμωρητική στάση.
Αίτια που πυροδοτούν την επικριτική στάση απέναντι στον εαυτό μας
-Πολλά παιδιά μεγαλώνουν μέσα σε ένα “άκαμπτο” περιβάλλον, με την γονεϊκή απαίτηση να είναι τέλεια και αλάθητα προκειμένου να κερδίσουν την αποδοχή τους. Στο λάθος οι γονείς γίνονται επικριτικοί και αυστηροί, δεν συγχωρούν, δεν εκτιμούν την προσπάθεια με αποτέλεσμα τα παιδιά να νιώθουν αγαπητά και ικανά μόνο όταν ικανοποιούν τα γονεϊκά στάνταρντς. Αγάπη δηλαδή, υπό όρους. Όπως είναι φυσικό αυτό το παιδί μεγαλώνει με έντονη την αίσθηση ανεπάρκειας, δεν αποκτά αυτοπεποίθηση και “τρέφει” έναν εσωτερικό κριτή μέσα του, που στα λάθη “θεριεύει” με αποτέλεσμα και αργότερα ως ενήλικας να είναι αυστηρός και σκληρός ο ίδιος με τον εαυτό του. Γιατί όσο μεγαλώνει αυτή η φωνή της αυτοκριτικής γίνεται όλο και πιο δυνατή και καταλήγει σε θυμό και ενοχή στα τυχόν λάθη ή όταν η προσπάθεια δεν έχει, το επιθυμητό αποτέλεσμα.
-Αξίζει να σημειωθεί ότι αρνητική επίδραση δεν έχει μόνο η αρνητική κριτική που μπορεί να ασκείται στο παιδί αλλά και η επικριτική στάση που μπορεί να έχουν οι γονείς στη μεταξύ τους σχέση ή και ο ένας απέναντι στον εαυτό του -όταν δηλαδή ο γονιός είναι ανασφαλής και ενοχικός και γίνεται επικριτικός με τον ίδιο του τον εαυτό. Το παιδί σε αυτήν τη φάση λαμβάνει τα μηνύματα της τελειότητας και μαθαίνει να αναπαράγει τις ίδιες συμπεριφορές στον εαυτό του.
-Επιπλέον, οι απαιτήσεις των καιρών, το εκπαιδευτικό σύστημα αλλά και οι κοινωνικές ανισότητες και δυσκολίες δημιουργούν αισθήματα ανταγωνισμού, σύγκρισης και σύγχυσης, με αποτέλεσμα το άτομο να κρίνει όλο και πιο αυστηρά και να αποδίδει όλο και περισσότερο ευθύνες στον εαυτό του για τις αποτυχίες και τις δυσκολίες που προκύπτουν. Δεν είναι τυχαίο που τα ποσοστά σε διαταραχές, όπως η κατάθλιψη και το άγχος, αυξάνονται όλο και περισσότερο στις μέρες μας. Ο “αυστηρός εσωτερικός κριτής” και τα αισθήματα αποτυχίας και ανασφάλειας είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τις διαταραχές.
Στον αντίποδα, υπάρχει ο υγιής εσωτερικός διάλογος, που δεν είναι εδραιωμένος και συνυφασμένος με τα αρνητικά αποτελέσματα. Καταλήγει σε προσωπικό απολογισμό, και όταν αυτός γίνεται με μέτρο και πάντα προς προσωπική βελτίωση, μπορούμε να αποκτήσουμε επίγνωση του τι έχει συμβεί -είναι ένας τρόπος να έρθουμε πιο κοντά στις ανάγκες και τις δυνατότητές μας, μας επιτρέπει δεύτερες ευκαιρίες και μας βοηθά να βρούμε τρόπους να λειτουργήσουμε διαφορετικά, μας κάνει πιο προσεκτικούς την επόμενη φορά, μας οδηγεί στην αυτογνωσία και μας επιτρέπει να αξιοποιήσουμε θετικά ακόμη και την πιο αρνητική εμπειρία -ως πρόκληση και πρόσκληση στην αυτοβελτίωση και την προσωπική ανάπτυξη. Με άλλα λόγια είναι ένας τρόπος εξέλιξης και ωριμότητας.
Μερικές προτάσεις αυτοβοήθειας…
-Κανένας δεν είναι αλάθητος. Είναι σημαντικό να αγαπάμε τον εαυτό μας ακόμη και με τα λάθη μας. Το λάθος βοηθά στη συνειδητή αλλαγή και πάντα υπάρχει ένα μέρος του που μας δίνει κάτι καλό, όπως για παράδειγμα γνώση των ορίων μας, των δυνατοτήτων μας, των αναγκών μας κ.ά.
-Το καλύτερο αποτέλεσμα θα έρθει μέσα από τη φροντίδα και τη συμπονετικότητα για τον εαυτό μας και τα λάθη του και όχι μέσα από την επίκριση και το “αυτομαστίγωμα” που μόνο στασιμότητα, ενοχές και θυμό μπορεί να μας προσφέρει.
-Αναγνωρίζοντας τα θετικά σημεία μας και τις δυναμικές πτυχές του εαυτού μας, οδηγούμαστε στην αυτοεκτίμησή μας και δίνουμε λιγότερο χώρο σε αυτόν τον εσωτερικό κριτή που μας θέλει ευάλωττους και ανεπαρκείς.
-Η δυνατότητα να στηρίζουμε τις επιλογές μας και να χαιρόμαστε με αυτές, κάνει πιο ανώδυνες τις αποτυχίες που μπορεί να προκύψουν γιατί απολαμβάνουμε και τη διαδρομή. Το αποτέλεσμα δεν έρχεται πάντα με την επίτευξη του τελικού στόχου, αλλά και με την διαδικασία να φτάσουμε σε αυτόν γιατί σίγουρα έχουμε πετύχει νωρίτερα κάποιους μικρότερους.
-Το να προσπαθούμε να είμαστε αντικειμενικοί και ευέλικτοι με τον εαυτό μας, μας βοηθά στην αυτοβελτίωση, σε αντίθεση με την επικριτική στάση που μπορεί να έχουμε για επιλογές και βιώματα που μας κρατά στάσιμους, διαταράσει την ψυχική μας ισορροπία και μας καθηλώνει σε άκαμπτες και απόλυτες συμπεριφορές που ενισχύουν τα αισθήματα ανεπάρκειας και αναξιότητας.
Να θυμάσαι!
Η αυστηρή αυτοκριτική είναι συνώνυμη με την αυτοϋποτίμηση και το αποτέλεσμα είναι η έλλειψη ουσιαστικής επαφής αρχικά με τον εαυτό μας και κατ’ επέκταση και με τους άλλους. Ενισχύοντας τον εσωτερικό κριτή, επικεντρωνόμαστε στα αρνητικά και τις δυσκολίες, χάνουμε το “εδώ και τώρα”, τις απολαύσεις που μπορεί να μας δίνει και παράλληλα η αίσθηση ανεπάρκειας και ανικανότητας μας κρατά στάσιμους, θυμωμένους, απογοητευμένους και ενοχικούς απέναντι σε εμάς τους ίδιους. Είναι μία αυτοτιμωρία που χωρίς να το συνειδητοποιούμε έχει εθιστικά χαρακτηριστικά.
Ντόρα Μίνου, ΜΑ Κλινικής Ψυχολογίας, Ψυχοθεραπεύτρια (Ενηλίκων, Ζεύγους & Οικογένειας)