Θα μπορούσαμε να ορκιστούμε ότι δεν θα καταλήξουμε ποτέ να τελειώσουμε τους γάμους μας σαν τους χωρισμένους γονείς μας αλλά αποδεικνύεται ότι η φράση «Μοιάζω ολοένα στη μητέρα μου» μπορεί να έχει μεγαλύτερη βαρύτητα απ’ ό, τι πιστεύαμε, τουλάχιστον όσον αφορά το διαζύγιο.
Οι ψυχολόγοι ερευνούν το γιατί οι γάμοι καταρρέουν και κάποιοι πιστεύουν ότι τα γονίδια είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο καταλήγουν σε διαζύγιο οι οικογένειες.
Αν και οι ψυχολογικοί παράγοντες εξακολουθούν να είναι σημαντικοί, η επιστήμονας Jessica Salvatore και η ομάδα της, διαπίστωσαν ότι τα γονίδια είναι η ρίζα της πιθανότητας να χωρίσουμε, όπως αναφέρει το Spring.
Για παράδειγμα, οι νευρωτικοί άνθρωποι τείνουν να βλέπουν τους συντρόφους τους υπό ένα πιο αρνητικό πρίσμα, αλλά η χαρακτηριστική προσωπικότητα του νευρωτισμού μεταδίδεται μέσω των γενεών.
Αυτό, μαζί με άλλα ψυχολογικά χαρακτηριστικά που μεταβιβάστηκαν γενετικά, εξηγεί κυρίως γιατί μερικά ζευγάρια καταλήγουν σε διαζύγιο.
«Επί του παρόντος, το μεγαλύτερο μέρος των αποδεικτικών στοιχείων στο γιατί φτάνει κάποιος στο διαζύγιο δείχνει ότι μεγαλώνοντας με διαζευγμένους γονείς, αποδυναμώνεται η δέσμευσή σας και οι διαπροσωπικές δεξιότητες που απαιτούνται για το γάμο», δήλωσε η Dr Salvatore, η μελέτη της οποίας θα δημοσιευθεί στο περιοδικό Psychological Science. «Αυτό που βρίσκουμε είναι ισχυρή, συνεχής απόδειξη ότι οι γενετικοί παράγοντες ευθύνονται για τη μεταφορά του διαζυγίου μεταξύ γενεών. Για το λόγο αυτό, η εστίαση στην τόνωση της δέσμευσης ή στην ενίσχυση των διαπροσωπικών δεξιοτήτων μπορεί να μην είναι μια ιδιαίτερα καλή τακτική για έναν ψυχολόγο που εργάζεται με ένα προβληματικό ζευγάρι».
Αντ ‘αυτού, προτείνει μια καλύτερη στρατηγική βάσει τςη οποίας, αν διαπιστώνονται συζυγικά προβλήματα θα πρέπει να εξατάζονται και θέματα προσωπικότητας.
«Για παράδειγμα, άλλες έρευνες δείχνουν ότι οι άνθρωποι που είναι πολύ νευρωτικοί τείνουν να αντιλαμβάνονται ότι σύντροφοί τους συμπεριφέρονται περισσότερο αρνητικά από ό, τι ισχύει αντικειμενικά στην πραγματικότητα [όπως βαθμολογούνται από ανεξάρτητους παρατηρητές]», εξηγεί. « Έτσι, η αντιμετώπιση αυτών των υποβοσκουσών στρεβλώσεων με γνώμονα την προσωπικότητα, μέσω προσεγγίσεων γνωστικής συμπεριφοράς μπορεί να είναι μια καλύτερη στρατηγική από το να προσπαθεί κάποιος ψυχολόγος να ενισχύσει τους συζυγικούς δεσμούς».