Πολλοί άνθρωποι ξεκινούν δίαιτα τον Ιανουάριο προκειμένου να χάσουν το βάρος που πήραν στη διάρκεια των γιορτών.
Ακόμη όμως και αν καταφέρει κάποιος να χάσει τα κιλά που επιθυμεί, μπορεί να διατηρήσει το νέο βάρος του και για πόσο χρονικό διάστημα;
Σύμφωνα με Αμερικανούς ερευνητές, η επαναπρόσληψη των απολεσθέντων κιλών αρχίζει πολύ γρηγορότερα από ότι πιστεύουν οι περισσότεροι άνθρωποι.
Επιστήμονες από το Κολέγιο Δημόσιας Υγείας και Επαγγελμάτων Υγείας του Πανεπιστημίου της Φλόριντα, έθεσαν υπό ιατρική παρακολούθηση 70 υπέρβαρα ή παχύσαρκα ενήλικα άτομα που είχαν ολοκληρώσει ένα πρόγραμμα διαχείρισης βάρους διάρκειας 12 εβδομάδων.
Οι συμμετέχοντες είχαν χάσει κατά μέσο όρο 453 γραμμάρια την εβδομάδα. Μόλις σταμάτησαν όμως τη δίαιτα, άρχισαν σχεδόν αμέσως να ξαναπαίρνουν βάρος.
Συγκεκριμένα πήραν πάλι 68 γραμμάρια ανά εβδομάδα τις πρώτες 11 εβδομάδες, και σχεδόν 12 εβδομάδες μετά την έναρξη της μελέτης το ποσοστό επαναπρόσληψης του βάρους επιβράδυνε ελαφρώς.
Όπως είπε η επικεφαλής της έρευνας Κάθριν Ρος, «πιστεύαμε ότι η περίοδος επαναπρόσληψης του βάρους θα αργούσε και δεν θα ξεκινούσε αμέσως μετά το τέλος της δίαιτας. Βέβαια σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να σκεφτούμε ότι δεν υπάρχει τρόπος να κρατήσουμε μακριά τα περιττά κιλά».
Η ερευνήτρια σημειώνει ότι η τακτική παρακολούθηση του σωματικού βάρους σε συνδυασμό με την σωματική άσκηση μπορούν να συμβάλλουν στη διατήρηση υγιούς βάρους, εάν κάποιος υιοθετήσει δια βίου έναν υγιεινό τρόπο διατροφής.
Επισημαίνει δε, αυτό που τονίζουν όλοι οι διατροφολόγοι, ότι κάθε πρόγραμμα δίαιτας πρέπει να ακολουθείται από ένα πρόγραμμα σταθεροποίησης του βάρους.
«Το σώμα εξαρτάται από το βάρος του. Και όταν κάποιος κάνει δίαιτα και πεινάει, το σώμα πιστεύει ότι δεν υπάρχει διαθέσιμη τροφή. Και έτσι ενθαρρύνεται η κατανάλωση φαγητού. Και ένας τρόπος να το αντιπαρέλθεις αυτό είναι χάνοντας πολύ σταδιακά βάρος μέσα από υγιείς συμπεριφορές», συμπληρώνει η Σαμάνθα Χελλερ, από το σύστημα Υγείας Langone του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό έντυπο Obesity.