Τα τρία πρώτα ζωής του παιδιού μπορούν να καθορίζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τη ζωή του, σύμφωνα με μελέτη που έρχεται να ενισχύσει τη σημασία της φροντίδας και του περιβάλλοντος σε αυτό το στάδιο ανάπτυξης.
Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Genome Biology υποστήριξε ότι η υγιεινή διατροφή, τα επαρκή ερεθίσματα αλλά προπαντός η αγάπη των γονιών, ειδικά τα τρία πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού, μπορούν να απενεργοποιήσουν γονίδια που σχετίζονται με σωματικές ή ψυχικές ασθένειες.
Αυτό το φαινόμενο ονομάζεται επιγενετική και ήρθε να καταρρίψει τον απαρχαιωμένο πια μύθο πως είμαστε μόνο ό,τι μας ορίζουν τα γονίδιά μας, δίνοντας πολύ μεγάλη έμφαση στο περιβάλλον στο οποίο αναπτυσσόμαστε. Φυσικά τα γονίδια παίζουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο αλλά όχι καθοριστικό.
Επιγενετική είναι η μελέτη των αναστρέψιμων κληρονομήσιμων αλλαγών στη λειτουργία των γονιδίων, που εμφανίζονται χωρίς κάποια αλλαγή στην αλληλουχία του πυρηνικού DNA. Είναι η διαδικασία της επίδρασης στη δράση ενός γονίδιου χωρίς να αλλάζει το ίδιο το DNA του γονιδίου (R. Jaenisch and A. Bird, 2003). Το επιγένωμα είναι η γενική επιγενετική κατάσταση ενός κυττάρου. Ολόκληρο το DNA για έναν οργανισμό επαναλαμβάνεται σχεδόν σε κάθε κύτταρο του σώματος. Μέσα σε κάθε κύτταρο, εντούτοις, τα γονίδια δρουν ευδιακρίτως, με ιδιαιτερότητα όπως προτρέπεται από περιβαλλοντικούς και επιγενετικούς παράγοντες.
Η έρευνα βασίστηκε στη μελέτη δίδυμων αδερφών. Τα δίδυμα αδέρφια διαθέτουν σχεδόν πανομοιότυπο DNA και ως εκ τούτου οποιαδήποτε διαφορά παρουσιάζουν οφείλεται στο περιβάλλον τους.
Οι ερευνητές μελέτησαν τους επιγενετικούς διακόπτες που ρυθμίζουν τη δραστηριότητα των γονιδίων σε 15 ζευγάρια δίδυμων παιδιών σε ηλικία 18 μηνών. Η μελέτη εντόπισε ευρείες επιγενετικές αλλαγές στο γονιδίωμα μέσα στους 18 πρώτους μήνες της ζωής τους.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το ένα τρίτο από τις τοποθεσίες DNA που εξέτασαν είχαν αλλάξει επιγενετική κατάσταση από τη στιγμή της γέννησης μέχρι την ηλικία των 18 μηνών. Αυτή η ανακάλυψη υποστηρίζει την ιδέα ότι το γονιδίωμά μας είναι πιο ευαίσθητο στο περιβάλλον τις πρώτες 1000 μέρες της ζωής μας. Διαπίστωσαν επίσης ότι κάποια δίδυμα μπορεί να αλλάξουν επιγενετικά σε μεγάλο βαθμό καθώς μεγαλώνουν ενώ προς μεγάλη τους έκπληξη διαπίστωσαν ότι μπορεί να συμβαίνει και το αντίθετο, δηλαδή να υπάρξει σύγκλιση. Αυτό, μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι οι συνθήκες που αναπτύχθηκαν στη μήτρα να ήταν ελαφρώς διαφορετικές ενώ το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσαν να ήταν εξαιρετικά όμοιο.
Σε κάθε περίπτωση, αυτή η ανακάλυψη μας οδηγεί να συνειδητοποιήσουμε για άλλη μια φορά την προσοχή, την αγάπη και τη φροντίδα που χρειάζεται να δίνουμε στα παιδιά μας από την πρώτη μέρα της γέννησής τους. Μπορεί να μην είναι ικανά να ανταποκριθούν ή να αντιδρούν σε όλα όσα τους λέμε ή κάνουμε αλλά τελικά το περιβάλλον θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τη ζωή τους και θα αποτελέσει ίσως το πιο σημαντικό κληροδότημά μας προς εκείνα.