Όταν η κόρη μου, η Ελένη, έγινε 15 ετών, αρχίσαμε να παρατηρούμε αλλαγές στη συμπεριφορά της. Ήταν πάντα απομονωμένη, δεν έδειχνε ενδιαφέρον για τα πράγματα που πάντα αγαπούσε, και το χειρότερο απ’ όλα, άρχισε να μιλά για τον θάνατο.
Άρχισα να φοβάμαι και να ανησυχώ. Δεν ήξερα πώς να βοηθήσω το παιδί μου. Πήγαμε σε ψυχίατρο και η Ελένη διαγνώστηκε με κατάθλιψη. Παρόλο που ήταν τρομακτικό να ακούω αυτό τον όρο, τουλάχιστον τώρα είχαμε κάποια απάντηση.
Ξεκινήσαμε θεραπεία και χρήση φαρμάκων, αλλά η ανησυχία μου δεν είχε μειωθεί καθόλου. Είχα απελπιστεί. Κάθε νύχτα έμενα ξύπνια, φοβούμενη μήπως η Ελένη αποφασίσει να βάλει τέλος στη ζωή της.
Η ζωή μας είχε γίνει ένας ατέλειωτος αγώνας. Παρόλα αυτά, δεν την εγκατέλειψα. Διάβασα για την κατάθλιψη, έψαξα για πόρους υποστήριξης, άνοιξα την καρδιά μου σε ομάδες υποστήριξης για γονείς που αντιμετώπιζαν παρόμοιες καταστάσεις.
Δεν ήταν εύκολο. Πολλές φορές ήθελα να παραιτηθώ, αλλά κάθε φορά που κοίταζα την Ελένη, γνώριζα ότι δεν θα το έκανα ποτέ.
Με τον καιρό, η Ελένη άρχισε να αποκτά περισσότερο έλεγχο στη ζωή της. Έμαθε στρατηγικές αντιμετώπισης της κατάθλιψης και άρχισε να βελτιώνεται. Ακόμα και σήμερα, η κατάθλιψη είναι ένα μέρος της ζωής της, αλλά είναι κάτι που μπορεί να διαχειριστεί.
Η εμπειρία αυτή ήταν η πιο δύσκολη που έχω αντιμετωπίσει ποτέ. Όμως, με έκανε να συνειδητοποιήσω πόσο σημαντικό είναι να μιλάμε για την ψυχική υγεία και να προσφέρουμε υποστήριξη σε όσους την χρειάζονται. Σε όσους βρίσκονται σε παρόμοιες καταστάσεις, μην φοβάστε να ζητήσετε βοήθεια. Είναι το πιο δύσκολο αλλά και το πιο σημαντικό βήμα.