«Με τον σύντροφό μου είμαστε μαζί 1, 5 χρόνο. Είναι υπέροχος, πολύ καλός μαζί μου και ταιριάζουμε σε όλα. Η οικογένειά μου και οι φίλοι μου τον λατρεύουν και μακαρίζουν την τύχη μου που βρέθηκε στο δρόμο μου αυτό το άγιο παιδί.
Ο σύντροφός μου είναι μοναχοπαίδι και έχει με τη μητέρα του, καθώς ο πατέρας του έφυγε από τη ζωή όταν εκείνος ήταν πολύ μικρός. Με τη μητέρα του μένει στο ίδιο σπίτι και ας είναι σήμερα 40 ετών.
Αυτό στην αρχή δεν μου φαινόταν περίεργο ή κακό. Ούτε μου πέρασε από το μυαλό πως είναι μαμάκιας. Ως μοναχοπαίδι, νοιάζεται και ανησυχεί για τη μητέρα του και στεναχωριόταν πως θα την άφηνε μόνη της. Από τη στιγμή, δε, που εκείνος δεν είχε μια σοβαρή σχέση, ποιος ο λόγος να μετακόμιζε σε άλλο σπίτι;
Τώρα, όμως, τα πράγματα έχουν αλλάξει. Είμαστε σε σχέση και αποφασίσαμε να κάνουμε το επόμενο βήμα και να συγκατοικήσουμε. Βήμα σοβαρό και καθοριστικό, αφού θα δείξει πολλά για τη σχέση μας και κατά πόσο ταιριάζουμε και μπορούμε να προχωρήσουμε σε γάμο. Έτσι, όταν μου είπε να πάω να μείνω μαζί τους, δεν πίστευα πως το εννοούσε.
Νόμιζα ότι έκανε πλάκα. Πώς μπορεί να πιστεύει πως αυτό το σχήμα θα πετύχει και δεν θα λειτουργήσει εις βάρος της σχέσης μας; Προσπαθώ να του εξηγήσω πως δεν ζούμε σε χωριό της επαρχίας τη δεκαετία του ’80, όπου το ζευγάρι μετά το γάμο έμενε με τα πεθερικά. Έχουν αλλάξει οι εποχές.
Προσπαθώ, επίσης, να τον κάνει να καταλάβει πως – παρόλο που συμπαθώ πολύ τη μαμά του – θα έχουμε προβλήματα στη μεταξύ μας σχέση – και λογικό – από την καθημερινότητα. Πως θα φτάσουμε στο σημείο να τσακωνόμαστε ακόμα και για ασήμαντα πράγματα.
Εδώ με τη δική μου τη μάνα και τις λίγες μέρες που πηγαίνω στο πατρικό μου, σκοτωνόμαστε. Θα κάνω χωριό με μία ξένη; Ποια θα είναι η νοικοκυρά του σπιτιού; Ποια θα κάνει κουμάντο;
Και οι προσωπικές μας στιγμές; Δεν θα έχουμε τον δικό μας χώρο, χρόνο κι ελευθερία. Αν θέλω να εμφανισθώ γυμνή μπροστά του, δεν θα μπορώ γιατί θα είναι η μαμά στο άλλο δωμάτιο. Αν θέλω να τσακωθώ μαζί του, πάλι δεν θα μπορώ.
Και μόνο που σκέφτομαι όλα τα παραπάνω, πνίγομαι. Και ξενερώνω. Δυστυχώς, εκείνος δεν το καταλαβαίνει. Θεωρεί πως είμαι υπερβολική. Ακόμα και πως έχω πρόβλημα με τη μητέρα του. Προσπαθεί να μου δείξει την καλή πλευρά, πως θα μεγαλώνει τα παιδιά μας, και θα έχουμε ήσυχο το κεφάλι μας. Αλλά δε λέει με τίποτα να δει και τη δική μου πλευρά.
Καταλαβαίνω πως λυπάται να αφήσει μόνη τη μητέρα του πως νιώθει άσχημα, αλλά πρέπει κάποια στιγμή να το κάνει. Προσπάθησα να μιλήσω απ’ έξω, απ’ έξω και στην ίδια, αλλά είδα ότι δεν έχω καμία τύχη, γιατί εκείνη έχει ενθουσιαστεί με την ιδέα να μείνουμε όλοι μαζί.
Είμαι σε μια δύσκολη φάση. Δεν θέλω να χωρίσω, γιατί τον αγαπώ και είναι πραγματικά ένα καλό παιδί, όμως, από την άλλη, ξέρω καλά τι θα έρθει, αν κάνω το λάθος και συμφωνήσω!».