1 εργαστήριο, 2 άνθρωποι, 45 λεπτά, 36 ερωτήσεις, 4 λεπτά έντονου βλέμματος. Αυτή είναι η συνταγή ενός “εξασφαλισμένου” έρωτα, σύμφωνα με ένα πείραμα που μας πάει περίπου είκοσι χρόνια πίσω, και στις θεωρίες του ψυχολόγου, Άρθουρ Άρον. Θα μπορούσε άραγε μια τέτοια μέθοδος να εκτοπίσει σήμερα το φτερωτό αγγελάκι με τα βέλη, είκοσι χρόνια μετά τις πρώτες ψυχολογικές δοκιμές;
Πριν από είκοσι χρόνια, δύο ξένοι ερωτεύονται στο εργαστήριο του ψυχολόγου, Άρθουρ Άρον. Μια συγγραφέας, απογοητευμένη από έναν πρόσφατο χωρισμό, αποφασίζει να εφαρμόσει τη μέθοδο του ψυχολόγου, Άρθουρ Άρον. Η συνταγή πετυχαίνει με λίγο διαφορετικούς όρους από το πρώτο πείραμα. Το ερώτημα που τίθεται, εάν τελικά υπάρχει μια εγγυημένη μέθοδος να ερωτευθούμε οποιονδήποτε, είναι γιατί έχουμε μάθει να θεωρούμε πως ο έρωτας είναι θέμα επιλογών και τύχης που μοιράζεται απλόχερα από τον φτερωτό άγγελο της αγάπης.
Το πρώτο πείραμα, που στηρίχθηκε στην έρευνα του Άρον, γίνεται ως εξής: Ένας άνδρας και μία γυναίκα εισέρχονται από διαφορετικές εισόδους μέσα σε ένα εργαστήριο, κάθονται ο ένας απέναντι από τον άλλον και απαντούν μια σειρά 36 ερωτήσεων. Στη συνέχεια, κοιτάζονται επίμονα για τέσσερα λεπτά. Η πιο σημαντική λεπτομέρεια είναι ότι έξι μήνες αργότερα, προχώρησαν σε γάμο και προσκάλεσαν όλα τα μέλη του εργαστηρίου στην τελετή! Η έρευνα του Άρον το 1997, κατάφερε να φέρει κοντά 52 ανθρώπους που ήταν μέχρι τότε, μεταξύ τους άγνωστοι.
Το πείραμα θυμίζει περισσότερο χημική ένωση που πέτυχε. Πάνω σε αυτή την “χημική ένωση” αποφάσισε να στηριχθεί και η συγγραφέας και καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο της Columbia, Mandy Len Catron. Όταν εξήγησε τις βάσεις του πειράματος στο άτομο με το οποίο επρόκειτο να συνεργαστεί προκειμένου να δοκιμάσουν την τύχη τους στον έρωτα μέσα από μια “εγγυημένη” μέθοδο, εκείνο δέχθηκε με αποτέλεσμα να προχωρήσουν σε ένα νέο πείραμα που ενδεχομένως θα τους οδηγούσε στον έρωτα. Όπως περιγράφει η ίδια την εμπειρία της, στους New York Times, “Ο άνθρωπος ο οποίος αποφάσισα να με ακολουθήσει στον πειραματισμό, ήταν ένας συμφοιτητής μου, τον οποίο συναντώ τυχαία, στο γυμναστήριο”.
Η Catron είχε μόλις χωρίσει, όπως αναφέρει και ήθελε να εστιάσει την προσοχή της στην επιστήμη καθώς δεν μπορούσε να ξεπεράσει την προηγούμενη σχέση της. “΄Άρχισα να σκέφτομαι πως αυτός ίσως ήταν ο μοναδικός τρόπος να μάθω να ερωτεύομαι με πιο έξυπνο και ασφαλή τρόπο”. Το πείραμα ξεκίνησε όπως ακριβώς είχε πραγματοποιηθεί την πρώτη φορά με κάποιες ενδιάμεσες τροποποιήσεις. Τα δύο πρόσωπα συναντήθηκαν σε μπαρ και όχι σε εργαστήριο, δεν ήταν άγνωστα μεταξύ τους καθώς φοιτούσαν στο ίδιο πανεπιστήμιο και κατά τη διάρκεια του πειράματος, προχώρησαν σε προσωπικές ερωτήσεις, όπως όριζε η μελέτη του Άρον.
“Μπήκαμε σε ένα άδειο μπαρ και αφιερώσαμε τις επόμενες δύο ώρες πάνω από το i- Phone μου προκειμένου να απαντήσουμε στις ερωτήσεις”. Η ανταλλαγή πληροφοριών και προσωπικών στοιχείων προκαλούσε ενδιαφέρον και δημιουργούσε ευχάριστο κλίμα στην ατμόσφαιρα. “Μιλούσαμε για τη σχέση με την οικογένειά μας, για το αν θα θέλαμε να γίνουμε διάσημοι, οι ερωτήσεις άρχιζαν να μας φέρνουν πιο κοντά”. Οι ερωτήσεις του Άρον, όπως επισημαίνει η συγγραφέας, έχουν τόσο προσεκτική κλιμάκωση που δεν συνειδητοποιείς πώς φτάνεις να μιλάς για πράγματα που κανονικά θα χρειαζόσουν μήνες για να εξομολογηθείς.
Οι ερωτήσεις δημιουργούσαν κλίμα οικειότητας, ανέτρεπαν εντελώς την κανονική ροή μιας τυπικής συζήτησης μεταξύ δύο εντελώς αγνώστων ή τουλάχιστον, δύο ανθρώπων που δεν γνωρίζονται καλά μεταξύ τους. “Στην 28 ερώτηση καλείσαι να απαντήσεις τι σου αρέσει πάνω στον παρτενέρ σου με απόλυτη ειλικρίνεια, χωρίς να σκέφτεσαι ότι μιλάς για κάποιον που μόλις έχεις αρχίσει να γνωρίζεις. Τελικά, έρχεσαι πολύ κοντά με κάποιον όταν καλείσαι να ομολογήσεις τι βρίσκεις ελκυστικό επάνω του”.
Το πιο δύσκολο στάδιο θεωρήθηκε το τέταρτο που περιείχε το επίμονο βλέμμα των τεσσάρων λεπτών. “Εξαιτίας της αμηχανίας που μας προκαλούσε η ιδέα, αποφασίσαμε να πειραματιστούμε σε μια γέφυρα και όχι μες στο μπαρ. Έβαλα στο κινητό μου timer για τέσσερα λεπτά και κάπως έτσι ξεκίνησε η άβολη διαδικασία. Νομίζω ότι δεν έχω τολμήσει ξανά πιο τρομακτική εμπειρία στη ζωή μου. Τα πρώτα δευτερόλεπτα τα πέρασα, προσπαθώντας να αναπνέω κανονικά. Μετά από κάποια νευρικά γέλια, προσπαθήσαμε να κοιταχτούμε έντονα στα μάτια για τέσσερα ολόκληρα λεπτά”.
“Ενώ δυσκολευόμουν πολύ να το πιστέψω, όταν τον κοιτούσα και με κοιτούσε, συνειδητοποίησα ότι γεννήθηκε ένα κλίμα οικειότητας ανάμεσά μας. Ένιωσα θαρραλέα και έκπληκτη από το αποτέλεσμα. Ήταν σαν να έχω πει πολλές φορές μια λέξη, να έχει χάσει το περιεχόμενό της και να έχει ‘ξεγυμνωθεί’ σε εκείνο που είναι πραγματικά, ένα σύνολο φθόγγων. Όταν ολοκληρώθηκαν τα τέσσερα λεπτά, ένιωσα ανακούφιση αλλά παράλληλα, είχα χάσει την αίσθηση τον ελέγχου. Είχα ήδη αρχίσει να βλέπω κάποια προοπτική ανάμεσά μας”.
Εκείνο που αναρωτιόμαστε εμείς, είναι εάν τελικά αυτοί οι δύο άνθρωποι κατάφεραν να ερωτευτούν ο ένας τον άλλον, όχι με την γνωστή διαδικασία, αλλά μέσω αυτού του ιδιαίτερου και αμφιλεγόμενου πειράματος. Όπως διαβεβαιώνει η Catron στους New York Times, η συνταγή πέτυχε, καθώς το πρωταρχικό πείραμα του Άρον γεννά συνθήκες εμπιστοσύνης και οικειότητας ανάμεσα σε άτομα που μέχρι πριν την όλη διαδικασία, δεν γνωρίζονταν καλά ή ακόμη και καθόλου.
Τα ερωτήματα που γεννιούνται σε όλους μετά την παραδοχή της παρέμβασής μας με τρόπο παράδοξο πάνω στο ποιον τελικά μπορούμε να ερωτευθούμε, είναι πολλά. Για αρχή, αναρωτιόμαστε εάν τελικά ισχύουν απόψεις, όπως ότι ο έρωτας είναι τυχαίος, τυφλός, και ότι έρχεται από εκεί που δεν το περιμένουμε. Ίσως τελικά, η συναισθηματική μας ζωή δεν είναι προϊόν της τύχης αλλά μίας απόφασης που καλούμαστε να λάβουμε όταν έχουμε ανάγκη όσο ποτέ, να αφήσουμε τον έρωτα να μπει στη ζωή μας.