Το σκληρό φύλο σήμερα απαγορεύεται να κλαίει, να φοβάται, να γονατίζει και να ζητά συγγνώμη. Πρέπει να επιδεικνύει τα μυώδη του μπράτσα τα οποία επιβάλλεται να κτίσει στα γυμναστήρια, να καβαλάει το μηχανάκι του στα δρομάκια τις νύχτες, να φορά μαύρα γυαλιά, να βρίζει και να περπατάει σαν ρομπότ. Πρέπει να κάνει τις σκληρές χειρωνακτικές δουλειές. Πρέπει, πρέπει πρέπει… Όλα τα κάνουν οι σημερινοί άντρες της δεκαετίας μας. Γίνονται επιδειξιομανείς της ανδρείας τους μιας και η κοινωνία θα τους ρεζιλέψει εάν φανούν λιγότερο άντρες.
Όση τεστοστερόνη και αν κυλά στο αίμα τους, όσους μυς και αν καλύπτουν το αντρικό τους σώμα, όσα πράγματα και να μην φοβούνται, τρέμουν σαν χαρτί μπροστά στη θέα της βέρας.
Αποτελεί ένα παραμύθι εφιαλτικό για κάποιους άντρες, η ιδέα της δέσμευσης. Αρνούνται να φανταστούν τον εαυτό τους να δίνεται ολοκληρωτικά για μια ζωή σε μια γυναίκα την οποία θα πρέπει να περιμένουν στα σκαλιά της εκκλησίας. Αρνούνται να δουν φωτογραφία μαζί με μια γυναίκα και ένα-δυο παιδιά αγκαλιά.
Δεν μπορούν να φανταστούν τον εαυτό τους κάθε βράδυ στην τηλεόραση, αντί να γυρίζουν με το μηχανάκι, γιατί θα έχουν συζυγικά καθήκοντα. Θα έχουν παιδιά, να κοιμούνται σε κρεβάτια τους που πρέπει να συντηρούν. Kόβεται η αναπνοή τους στο ότι θα μοιραστούν τα πάντα με μια γυναίκα και ύστερα με μια οικογένεια.
Τρέμουν με την ιδέα ότι θα πρέπει να παραμένουν πιστοί σε μια γυναίκα. Τρέμουν γιατί ίσως θεωρήσουν τους εαυτούς τους ανίκανους να δημιουργήσουν μια οικογένεια. Ή μήπως τελικά, τρέμουν το ότι θα πρέπει να ανοίξουν το κλουβί της καρδιάς τους και να τη μοιραστούν; Ή τελικά, αν το σκεφτούμε καλύτερα, τρέμουν με την ιδέα μήπως μείνουν μόνοι…;
Κι αν κάποια μέρα αυτό που όρισαν ως το άλλο τους μισό τους εγκαταλείψει; Κι αν κατά βάθος είναι ανίκανοι να ικανοποιήσουν αυτή που θα αφεθούν να ερωτευθούν κι εκείνη φύγει;
Πόσο ανίσχυροι θα ένιωθαν, αν έμεναν μετά από μια σχέση, μόνοι;
Ας μην κρύβονται πίσω από το δάκτυλο τους, αυτό τρέμουν. Γι’ αυτό βάζουν από μόνοι τους την ετικέτα του καζανόβα, του εργένη, του άντρα που θέλει να ζήσει για πάντα μόνος γιατί έτσι το γουστάρει. Γι’ αυτό τόσοι παίζουν τα μαγκάκια και αρνούνται να γονατίσουν και να κάνουν πρόταση στην ιδανική γυναίκα. Γι’αυτό δείχνουν ότι θα αλλάζουν μια ζωή τις γυναίκες σαν τα πουκάμισα.
Αυτοί οι μάγκες, χάνουν τη ζωή τους, η οποία κυλά γοργά. Και δεν είναι τόσο μάγκες τελικά. Χάνουν το φύλακα άγγελο τους, γιατί φοβούνται τη δέσμευση. Κι είναι κρίμα γιατί δε θα μάθουν ποτέ την ομορφιά του «μοιράζομαι», τη σημασία του γερνώ με τη γυναίκα που αγαπώ.
Του Νεόφυτου Βασιλείου.