Οι γονείς μου χώρισαν όταν ήμουν ακόμη μωρό. Νομίζω πως δεν είχα κλείσει καν τα 2 μου χρόνια. Δεν έχω μνήμες απ’ την κοινή ζωή των γονιών μου. Δεν έχω μνήμες από τον πατέρα μου μέσα στο σπίτι μας. Για την ακρίβεια, δεν έχω μνήμες απ’ τον πατέρα μου. Τελεία.
Μετά το διαζύγιο, ο πατέρας μου απλά εξαφανίστηκε. Μάλλον αποφάσισε πως αφού δεν μπορούσε να ζήσει με την μητέρα μου, δεν υπήρχε λόγος να έχει επαφές και μαζί μου. Όπως έμαθα αρκετά χρόνια αργότερα, μετακόμισε μόνιμα σε μια κοντινή χώρα του εξωτερικού κι έκανε καινούρια οικογένεια. Ήμουν μικρή όταν χώρισαν οι γονείς μου, κατά συνέπεια δεν έχω προσωπική άποψη για το τι τους οδήγησε σ’ αυτό το σημείο. Σαν παιδί, θυμάμαι πως ήμουν απλά θυμωμένη μαζί του γιατί δεν υπήρχε στη ζωή μου. Κάπου εκεί στην εφηβεία, ο θυμός μου μεταφέρθηκε στη μητέρα μου την οποία κατηγορούσα για εκείνη την κατάσταση.
Πλέον, μεγαλώνοντας, δεν κρατώ θυμό σε κανέναν τους. Ο καθένας κάνει τις δικές του επιλογές και ζει μ’ αυτές. Ο πατέρας μου αποφάσισε πως δεν θα έχει επαφές μαζί μου κι η μητέρα μου αποφάσισε να σταθεί στο πλάι μου. Όποιος κι αν έφταιγε για το χωρισμό τους, ακόμη κι αν η μητέρα μου ήταν αυτή που δεν του επέτρεπε να με πλησιάσει (που δεν το πιστεύω), το αποτέλεσμα είναι πως εγώ μεγάλωσα χωρίς τον πατέρα μου. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν μεγάλωσα όμορφα…
Πρέπει να πήγαινα νηπιαγωγείο ή ίσως πρώτη δημοτικού, όταν η μητέρα μου, μου γνώρισε τον Χρήστο. Θυμάμαι να τον κοιτάω και να απορώ για το πόσο θεόρατος ήταν! Γίγαντας σωστός! Ήταν ένας άντρας ψηλός και γεροδεμένος, που είχε όμως το πιο γλυκό χαμόγελο και τα πιο χαμογελαστά μάτια που έχω δει στη ζωή μου! Ήταν ο φίλος της μαμάς μου.
Ο Χρήστος, λίγο καιρό αργότερα, μετακόμισε στο σπίτι μας. Σ’ αυτό το σπίτι, που μέχρι εκείνη τη στιγμή, έμενα με τη μητέρα μου. Ήταν αυτός ο άντρας που όταν μ’ έπαιρνε ο ύπνος στον καναπέ, με σήκωνε με τα τεράστια χέρια του και με πήγαινε στο κρεβάτι μου. Ήταν αυτός ο άντρας που σκότωνε με αστραπιαίες κινήσεις όποια κατσαρίδα έβλεπε στο μπάνιο μας (παλιές οι σωληνώσεις!!!) και μου έκανε αστείες γκριμάτσες, πριν προλάβω να βάλω τα κλάματα. Ήταν αυτός ο άντρας που μ’ έμαθε να κάνω ποδήλατο χωρίς βοηθητικές και να κάνω βουτιές στη θάλασσα, χωρίς να κρατάω τη μύτη μου. Ήταν αυτός που με βοηθούσε με τις ασκήσεις των μαθηματικών και που μου έμαθε να παίζω ποδόσφαιρο. Ήταν αυτός ο άντρας που ξενυχτούσε στο πλάι της μητέρας μου, στα πρώτα μου ξενύχτια. Ήταν εκείνος ο άντρας που μετακόμισε στο σπίτι μας, στην καρδιά της μητέρας μου, αλλά και στη δική μου. Ήταν ο μπαμπάς που δεν είχα ποτέ.
Δεν ήταν όλα εύκολα. Ειδικά στην αρχή, μέχρι να προσαρμοστώ στα νέα δεδομένα. Το να ζεις με τη μητέρα σου και ξαφνικά να εισβάλει στη ζωή σας και στο σπίτι σας ένας τρίτος άνθρωπος δεν είναι τόσο απλό. Αυτή η αλλαγή, στην αρχή αντιμετωπίστηκε μάλλον αρνητικά από μένα, σύντομα όμως κατάλαβα πως αυτός ο άνθρωπος που είχε έρθει στη ζωή μας, είχε έρθει για να μείνει. Είχε έρθει για να μας αγαπήσει. Πρώτα εμένα και μετά τη μαμά μου, όπως συνήθιζε να μου λέει. Και το εννοούσε!
Μεγάλωσα χωρίς τον πατέρα μου ή για να το θέσω πιο σωστά, μεγάλωσα χωρίς τον βιολογικό μου πατέρα, γιατί με τα χρόνια, ο Χρήστος κέρδισε επάξια τον τίτλο του «μπαμπά»κι ας μην τον είπα ποτέ έτσι. Τον Χρήστο, τον έλεγα πάντα με το όνομά του. Η λέξη «μπαμπά» δεν βγήκε ποτέ απ’ το στόμα μου. Δεν μου το ζήτησαν ποτέ. Δεν ήθελα ποτέ. Όλοι ήταν ok μ’ αυτό. Σημασία όμως δεν έχουν οι λέξεις, αλλά οι πράξεις, όπως πάντα μου έλεγε ο Χρήστος και στην πράξη τον αγάπησα και μ’ αγάπησε, πολύ περισσότερο από πολλούς μπαμπάδες – κόρες που γνωρίζω. Τον αγαπώ και τον ευχαριστώ διπλά, γιατί δεν είχε καμία «υποχρέωση» απέναντί μου κι όμως στάθηκε στο πλευρό μου όλα αυτά τα χρόνια με απόλυτη αφοσίωση.
«Μεγάλωσα χωρίς τον πατέρα μου». Αυτή είναι μια φράση που έχω πει άπειρες φορές στη ζωή μου και συνήθως την ακολουθούν βλέμματα συμπόνοιας απ’ τους συνομιλητές μου. Μπορεί ο βιολογικός μου πατέρας να μην ήταν ποτέ μέρος της ζωής μου, στα μάτια του Χρήστου όμως, βρήκα τον μπαμπά που δεν γνώρισα. Έναν μπαμπά υπόδειγμα. Έναν τέτοιο μπαμπά θα ήθελα να έχουν και τα δικά μου παιδιά μεθαύριο.
Σε λίγες μέρες παντρεύομαι και στην εκκλησία θα με συνοδέψει ο Χρήστος. Όταν του το ζήτησα, βούρκωσε και του είπα «Κλαίνε μωρέ Χρήστο οι γίγαντες; Σ’ ευχαριστώ για όλα!»…
Της Κικής Γιοβανοπούλου