Σε μία μακροχρόνια σχέση, συνηθίζεται οι σύντροφοι να πιστεύουν ότι μπορούν εύκολα να αναγνωρίσουν τα συναισθήματα του άλλου. Συμβαίνει όμως αυτό στην πραγματικότητα;
Στο βιβλίο «Ο Μικρός Πρίγκιπας», ο συγγραφέας Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ γράφει «Μόνο με την καρδιά βλέπεις καλά, την ουσία τα μάτια δεν τη βλέπουν». Βάσει αυτής της άποψης για τον κόσμο, οφείλουμε να βασιστούμε σε αυτό που λέει η καρδιά μας και όχι σε αυτό που βλέπουν τα μάτια μας, για να ανακαλύψουμε την αλήθεια για τον κόσμο γύρω μας. Μπορεί, όμως, αυτή η αρχή να εφαρμοστεί στην πραγματικότητα της ζωής των ζευγαριών;
Μια νέα έρευνα, που διεξήχθη από το Τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Southern Methodist University στο Ντάλας των ΗΠΑ, διερεύνησε, την ικανότητα των συντρόφων να αναγνωρίζουν τα συναισθήματα ο ένας του άλλου, καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας.
Προηγούμενες μελέτες έχουν βρει ότι οι σύντροφοι ανταποκρίνονται επιτυχώς στην αναγνώριση των μεταξύ τους θετικών συναισθηματικών σημάτων, όπως η ευτυχία, αλλά και των αρνητικών συναισθηματικών σημάτων, όπως η λύπη. Ισχύει όμως αυτό;
Η Ψυχολόγος Κριστίνα Κούρος αναφέρει ότι ίσως να μην είμαστε τόσο καλοί όσο θέλουμε να πιστεύουμε, στην κατανόηση των αρνητικών συναισθημάτων των συντρόφων μας, καθώς και στον τρόπο που τον υποστηρίζουμε όταν αυτοί αισθάνονται πεσμένοι ψυχολογικά. Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Family Process.
Ανακαλύψαμε ότι αναφορικά στη φυσιολογική ροή των καθημερινών συναισθημάτων, οι σύντροφοι δυσκολεύονται να αντιληφθούν και να συλλάβουν τις περιστασιακές αλλαγές που οδηγούν σε ήπια αρνητικά συναισθήματα, όπως η λύπη και η στεναχώρια… Μπορεί λοιπόν να μην αντιλαμβάνονται σημαντικές συναισθηματικές ενδείξεις.
Αυτό θα μπορούσε εν τέλει να επηρεάζει τη ζωή των ζευγαριών, συνεχίζει, σημειώνοντας ότι, η αποτυχία αντίληψης των αρνητικών συναισθημάτων για 1 με 2 ημέρες, δεν έχει επιπτώσεις. Ωστόσο, αν αυτό γίνεται κατ’ εξακολούθηση, μελλοντικά μπορεί να δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα στη σχέση.
Αυτές οι χαμένες ευκαιρίες να προσφέρουμε στήριξη και να συζητήσουμε τις ανησυχίες του άλλου, μπορεί να συσσωρευθούν και να έχουν αρνητική επίδραση στη σχέση, εξηγεί η Κριστίνα Κούρος.
Η «ορθή ενσυναίσθηση» είναι το κλειδί:
Η Κούρος και οι ψυχολόγοι της ομάδας της, δούλεψαν με 55 ετερόφυλα ζευγάρια, εκ των οποίων τα 51 ολοκλήρωσαν τις διαδικασίες της μελέτης. Αρχικά, οι συμμετέχοντες είχαν επιλεγεί για ένα ευρύτερο ερευνητικό έργο που αφορούσε στις οικογενειακές σχέσεις και την ψυχική υγεία. Βασικά κριτήρια για την επιλογή των συμμετεχόντων ήταν: τα ζευγάρια έπρεπε να ζουν μαζί για τουλάχιστον δύο χρόνια, και να έχουν ένα παιδί ηλικίας 10-16 ετών, το οποίο να ζει μαζί τους.
Οι ερευνητές ζήτησαν από τους συμμετέχοντες να κρατούν ένα ηλεκτρονικό ημερολόγιο, καταγράφοντας λεπτομερώς τη διάθεσή τους καθημερινά για μία εβδομάδα. Παράλληλα, έπρεπε να καταγράφουν πώς πίστευαν ότι αισθανόταν ο σύντροφός τους κάθε μέρα.
Από τα ευρήματα προέκυψε ότι οι συμμετέχοντες δεν ήταν καλοί στην αναγνώριση των αρνητικών συναισθημάτων των συντρόφων τους, όπως η θλίψη, η μοναξιά ή η στεναχώρια, αν και υπήρχαν και εκείνοι που τα κατάφεραν καλύτερα.
Σύμφωνα με τους ψυχολόγους, το γεγονός αυτό πιθανώς να οφείλεται στην τάση των ανθρώπων να υποθέτουν ότι οι σύντροφοί τους αισθάνονται το ίδιο με εκείνους, τις περισσότερες φορές, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι λειτουργούν ως αντίγραφο τους σε συναισθηματικό επίπεδο.
Η διαδικασία συντονισμού των συναισθημάτων των συντρόφων, ονομάζεται «ορθή ενσυναίσθηση» και οι ερευνητές επισημαίνουν ότι χρειάζεται επιδεξιότητα για την ανάπτυξη αυτής της ικανότητας. Η Κούρος αναφέρει: «Μέσω της ορθής ενσυναίσθησης δίνουμε βάση στις ενδείξεις των συντρόφων μας για να καταλάβουμε τη διάθεσή τους. Το αντίθετο αυτής της ικανότητας είναι η «υποτιθέμενη ομοιότητα», κατά την οποία υποθέτουμε λανθασμένα ότι ο σύντροφός μας αισθάνεται το ίδιο με εμάς.
Προσπαθείστε να δίνετε περισσότερη προσοχή
Παρά τις δυσκολίες που μπορεί να επιφέρει η έλλειψη ενσυναίσθησης, από μόνη της, δεν αποτελεί λόγο προσέλευσης σε θεραπεία. Οι δυσκολίες μπορούν να αμβλυνθούν με την μεταστροφή της προσοχής μας από τον εαυτό μας προς τους συντρόφους μας.
Προτείνω τα ζευγάρια να καταβάλουν μεγαλύτερη προσπάθεια αναφορικά με την προσοχή που δίνουν ο ένας στον άλλον. Χρειάζεται να έχουν επίγνωση της στιγμής, όταν βρίσκονται μαζί, υπογραμμίζει η Κούρος.
Παρόλα αυτά, οφείλουμε να είμαστε προσεκτικοί και να μην ξεπερνάμε τα όρια, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος να υπερβάλλουμε με ατελείωτες ερωτήσεις αναφορικά με τη συναισθηματική κατάσταση των συντρόφων μας, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε σύγκρουση. Σκοπός λοιπόν είναι, να είμαστε διακριτικοί και να βρούμε την ισορροπία για την ενίσχυση της λειτουργικότητας της σχέσης.
Εάν αισθάνεστε ότι η διάθεση του συντρόφου σας είναι διαφορετική απ’ ό,τι συνήθως, μπορείτε απλά να ρωτήσετε πώς ήταν η μέρα τους ή να προσπαθήσετε να τους χαλαρώσετε λέγοντας «Θα μας ετοιμάσω ένα ωραίο δείπνο απόψε» ή «Θα βάλω εγώ τα παιδιά για ύπνο απόψε».
Πέραν όμως της ικανότητας ενσυναίσθησης, η Κούρος επισημαίνει ότι είναι σημαντικό να μπορούμε να εκφράζουμε τα συναισθήματά μας στους συντρόφους μας και δεν θα πρέπει να περιμένουμε από αυτούς να αντιλαμβάνονται από μόνοι τους τις συναισθηματικές δυσκολίες μας.
Αν υπάρχει κάτι για το οποίο έχετε ανάγκη να μιλήσετε, επικοινωνήστε το. Μία σχέση χρειάζεται αμφίδρομη επικοινωνία και είναι ευθύνη και των δύο συντρόφων, καταλήγει η Κούρος.
medicalnewstoday.com
Απόδοση: Άννα Αποστολίδου
Επιμέλεια: PsychologyNow.gr