Ποια θα είναι η επόμενη φορά που η καρδιά μου θα αρχίσει να χτυπά σαν «τρελή», η αναπνοή μου θα κόβεται ενώ θα νιώθω τον κρύο ιδρώτα να με λούζει; Οι άνθρωποι που έχουν βιώσει μια κρίση πανικού ζουν πάντα με την αγωνία ότι θα τους ξανασυμβεί… Μπαίνουν έτσι σε έναν φαύλο κύκλο ανησυχίας και ανασφάλειας που είναι δύσκολο να σπάσει.
Κι αν την ώρα που επιστρέψουν τα δυσάρεστα αυτά συμπτώματα βρίσκεται κανείς σε ένα επαγγελματικό ραντεβού, σε μία κοινωνική ή οικογενειακή εκδήλωση; Το ένστικτο σε αυτές τις περιπτώσεις είναι κακός σύμβουλος, καθώς αναζητά μια έξοδο διαφυγής.
Όμως, ο κλινικός ψυχολόγος του Τμήματος Ψυχολογίας και Ψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Cleveland Dr. Scott Bea, επιμένει ότι η φυγή δεν αποτελεί λύση. «Οι κρίσεις πανικού είναι κατά κανόνα ιδιαίτερα άσχημες, γι’ αυτό και συνήθως οι ασθενείς βιώνουν τα συμπτώματα ως την απόλυτη καταστροφή. Αυτό ωστόσο που οφείλουμε όλοι να θυμόμαστε είναι ότι οι κρίσεις αυτές είναι αβλαβείς». Με το δεδομένο αυτό, δίνει πέντε συμβουλές, που μπορούν να βοηθήσουν έναν άνθρωπο που βρίσκεται σε κρίση πανικού να αποκτήσει και πάλι τον αυτοέλεγχό του.
Μην το καταπολεμάτε
Εάν είχατε γλιτώσει παρά τρίχα ένα αυτοκινητικό την ώρα που οδηγούσατε, θα βιώνατε συμπτώματα ανάλογα με αυτά της κρίσης πανικού. Στην περίπτωση όμως αυτή, το δυσάρεστό συναίσθημα θα δικαιολογούνταν. Εάν όμως βρίσκεστε σε ένα πάρτι και ξαφνικά οι χτύποι της καρδιάς σας γίνονται ολοένα και ταχύτεροι, τότε το αίσθημα αυτό ξεπερνά τα όρια του φυσιολογικού. Γι’ αυτό και το ένστικτο επιζητά να σταματήσει αυτό που συμβαίνει όσο το δυνατόν γρηγορότερα.
«Ωστόσο, μια απλή τακτική – κλείνοντας δηλαδή τα μάτια σας και παίρνοντας βαθιές αναπνοές – μπορεί στην πραγματικότητα να τροφοδοτήσει την ανταπόκριση του οργανισμού σας στην αντίδραση φόβου «πάλης ή φυγής»» σημειώνει ο ειδικός. Ο όρος «πάλη ή φυγή» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον αμερικανό φυσιολόγο Walter Cannon, για να περιγράψει τι συμβαίνει όταν ένα ζώο απειλείται ή φοβάται. Το συμπαθητικό νευρικό σύστημα ανταποκρίνεται προκαλώντας αύξηση της αδρεναλίνης και μεταβολές στις κόρες των ματιών και στους χτύπους της καρδιάς, όπως ακριβώς συμβαίνει και στους ανθρώπους σε περιόδους αυξημένου στρες.
Εστιάστε στην αναπνοή σας
Το ζητούμενο είναι να προσπαθήσει κανείς να ρυθμίσει την αναπνοή του χωρίς να στοχεύει να βάλει φρένο στον πανικό. Αυτό θα συμβεί μόνον εάν εστιάσει στο «εδώ» και στο «τώρα», χωρίς να ασκεί κριτική. «Η εξάσκηση βοηθά ώστε να φτάσει κανείς σ’ αυτό το επίπεδο» εξηγεί ο Dr. Bea. «Το θέμα είναι να αφήνουμε τα πράγματα όπως είναι – χωρίς να κάνουμε καμία προσπάθεια να τα αλλάξουμε».
Γίνετε παρατηρητής
Αναλογιστείτε αντικειμενικά τι συμβαίνει στο σώμα σας. Ακολουθώντας μια κλίμακα από το 0 έως και το 100, αξιολογήστε τα συμπτώματα – π.χ. τη δυσκολία στην αναπνοή, τη δυσφορία κ.τ.λ. «Με τον τρόπο αυτό δεν επιχειρείτε να παρέμβετε. Απλά παρατηρείτε και καταγράφετε τι σας συμβαίνει» προσθέτει ο ειδικός.
Χρησιμοποιήστε τις αισθήσεις σας
Δώστε προσοχή σε αυτά που βλέπετε, στις μυρωδιές, στις γεύσεις, στο συναίσθημα. Ο τρόπος που αισθάνεστε θα αλλάξει όταν διαπιστώσετε, παρακολουθώντας όσα διαδραματίζονται γύρω σας, ότι δεν βρίσκεστε υπό απειλή.
Επιδιώξτε την επαφή
Η τελευταία στρατηγική που προτείνει ο ειδικός είναι να αλληλεπιδράσετε με κάποιον γύρω σας. Μπορεί να φαίνεται δύσκολο όταν το μόνο που θέλετε είναι να ξεφύγετε, αλλά η συζήτηση με κάποιον θα σας βοηθήσει να σταματήσετε να προσπαθείτε να ελέγξετε τον πανικό. «Ακόμη και ένα αντικείμενο τέχνης, π.χ. ένας πίνακας, θα σας εμποδίσει να κλείσετε τα μάτια σας, κάτι που γενικά εντείνει τον πανικό» προσθέτει ο Dr. Bea. «Η αποφόρτιση συμβαίνει όταν κατευθύνουμε την προσοχή μας έξω από μας – αντιθέτως, ο πανικός «χτυπά» όταν η προσοχή μας εστιάζει προς τα μέσα».
Οι κρίσεις πανικού συνήθως δεν διαρκούν περισσότερο από πέντε έως 10 λεπτά, οπότε αν μπορείτε να συμμετάσχετε σε μια καλή συζήτηση – ή ακόμα και να αποπροσανατολίσετε την ενέργειά σας διαβάζοντας ή παρακολουθώντας τηλεόραση – τα ενοχλητικά αυτά συμπτώματα θα σταματήσουν γρηγορότερα» συμπληρώνει. Ωστόσο, εάν οι κρίσεις πανικού συμβαίνουν συχνότερα ή αρχίσουν να επηρεάζουν την καθημερινότητά σας, «μιλήστε με τον γιατρό σας σχετικά με άλλες στρατηγικές ή φάρμακα που μπορούν να σας βοηθήσουν να μειώσετε τα συμπτώματά σας» καταλήγει.