Οι εξάρσεις γκρίνιας στα παιδιά προσχολικής ηλικίας είναι ιδιαίτερα συχνές στην ηλικία των 2-4 ετών. Οφείλονται… σε έντονη συναισθηματική φόρτιση που βιώνει το παιδί και την οποία δυσκολεύεται λόγω της συναισθηματικής και λεκτικής του ανωριμότητας να διαχειριστεί.
Το παιδί δυσκολεύεται να ελέγξει την γκρίνια και προσπαθεί μέσα από αυτήν να εκφράσει μια βαθύτερη ματαίωση που βιώνει, αναφέρει η Μυρσίνη Κωστοπούλου Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια PhD. Αντιστέκεται στις προσπάθειες των γονιών να το συνετίσουν γιατί μέσα του νιώθει μπερδεμένο και απογοητευμένο, χωρίς να ξέρει τι πραγματικά θέλει. Περισσότερο νιώθει ένα παράπονο μέσα του, παρά μια πραγματική ανάγκη. Είναι σαν να λέει «νιώθω ένα αίσθημα ανικανοποίητου, αλλά δεν ξέρω πώς να βοηθήσω τον εαυτό μου».
Ενισχυτικοί παράγοντες είναι όταν το παιδί είναι νηστικό, κουρασμένο, βιώνει ένταση μέσα στο σπίτι, έχει δυσκολία να προσαρμόζεται σε απρόβλεπτες καταστάσεις (π.χ. ξαφνικές μετακινήσεις ή επισκέψεις) και περιβάλλεται από έντονα ερεθίσματα (π.χ. εμπορικά κέντρα, σουπερμάρκετ, λεωφορεία, κίνηση).
Η γκρίνια είναι φυσιολογική συμπεριφορά και δεν αποτελεί πρόβλημα, εφόσον δεν παρεμβαίνει στην ποιότητα της καθημερινότητας του παιδιού. Φυσικά, πίσω από ένα παιδί που γκρινιάζει πολύ, κρύβεται ένας γονιός που έχει δυσκολία στο να θέσει όρια στη σχέση του με το παιδί και μέσα από την ανοχή του το καθιστά χειριστικό.
Πώς μπορούν οι γονείς να διαχειριστούν την γκρίνια στο παιδί;
Τα μικρά παιδιά παρατηρούν και χτίζουν συμπεριφορές μέσα από τον μιμητισμό. Είθισται, λοιπόν, οι ίδιοι οι γονείς που γκρινιάζουν με τα δικά τους θέματα, να μαθαίνουν την ίδια συμπεριφορά στα παιδιά τους. Σε άλλες περιπτώσεις, οι γονείς για να μην επωμισθούν τον περαιτέρω εκνευρισμό του παιδιού τους ενδίδουν σε όλες τις απαιτήσεις του, παράλογες και μη, προτρέποντάς το έτσι να απαιτεί όλο και περισσότερα με όλο και χαμηλότερη ανοχή στη ματαίωση.
Η παθητικότητα και η αποφευκτικότητα του γονιού ενισχύουν την γκρίνια στο παιδί, όπως άλλωστε και η επιθετικότητα και η τιμωρία. Ας αποδεχθεί ο γονιός ότι το πρώτο βήμα είναι να θέσει σαφή όρια ανάμεσα σε αυτόν και το παιδί, αλλά και στη συμπεριφορά που αναμένεται εκείνο να έχει. Τα όρια θα πρέπει να είναι σαφή, να μπαίνουν με ηρεμία και ουδετερότητα και ο γονιός να αντιδρά με σταθερότητα όταν αυτά καταπατούνται. Τέλος, είναι σημαντικό ο γονιός να ενισχύει το παιδί κάθε στιγμή, όταν καταφέρνει για κάποιες ώρες να μην γκρινιάζει.