Η Ελεονώρα Μελέτη φιλοξένησε στα «Μεσάνυχτα» τον Βασίλη, το πρώτο θύμα που κατέθεσε μηνυτήρια αναφορά κατά θεατρανθρώπου για βιασμό και αποπλάνηση ανηλίκου.
Οι περιγραφές για τα όσα έζησε επί 4 χρόνια στα χέρια αυτού του ανθρώπου είναι πραγματικά σοκαριστικές, κυρίως για τον χειριστικό τρόπο του ανθρώπου αυτού αλλά και για το γεγονός ότι υπήρξαν και άλλα ανήλικα θύματα.
«Είμαι από πολύ αγαπημένη οικογένεια. Είχα δεχτεί πολύ bullying στο σχολείο επειδή ήμουν διαφορετικός και από μικρός είχα καταλάβει τη διαφορετική σeξουαλικότητά μου. Στα 15 μου αποφάσισα ότι δεν θα δώσω Πανελλήνιες και θα ασχοληθώ με το θέατρο. Πήγα σε ένα εργαστήρι αλλά δεν μπορούσα να μπω γιατί ήμουν ανήλικος.
Ξεκίνησα μια ομάδα με δύο κολλητές μου που είναι και μάρτυρες της υπόθεσης.
Είχαμε πάει σε κεντρικό αθηναϊκό θέατρο και είχα καθίσει στην πρώτη σειρά. Ένιωσα ότι αυτός ο θεατράνθρωπος με κοιτούσε. Λόγω του νεαρού της ηλικίας μου δεν μπορούσα να καταλάβω αν με φλερτάρει. Μου δημιουργήθηκε η απορία αν είναι μέρος του ρόλου. Ήταν μπερδεμένο το συναίσθημα. Πήγαμε στα καμαρίνια να συγχαρούμε τους πρωταγωνιστές και ξαφνικά με είδε και μου είπε να καθίσω δίπλα του. Εγώ εκείνη την ώρα ένιωσα πάρα πολύ ξεχωριστός. Το μυαλό μου άρχισε να τρέχει πάρα πολύ γρήγορα. Μου είπε να καθίσω δίπλα του, ότι θα υπογράψει τα αυτόγραφα και θέλει να μου μιλήσει.
Άρχισε να με ρωτάει με τι ασχολούμαι, ότι είναι δάσκαλος σε σχολή και με ρώτησε αν ήθελα αυτόγραφο. Η άλλη ηθοποιός που ήταν στο καμαρίνι πηγαινοερχόταν. Όταν αρνήθηκα το αυτόγραφο το γύρισε και μου έγραψε το τηλέφωνό του να τον πάρω.
Το μοιράστηκα με τις φίλες μου. Μου ξένισε, είχα αμφιβολία. Το γεγονός ότι ήταν ηθοποιός στο θέατρο ήταν η μεγαλύτερη εγγύηση.
Την επόμενη μέρα τον πήρα και κλείσαμε ραντεβού. Είπα ψέματα στη μαμά μου ότι θα συναντήσω τον ηθοποιό και την ηθοποιό. Φοβόμουν τη μητέρα μου ότι θα μου έλεγε να μην πάω. Αλλά ήταν το όνειρό μου από παιδί το θέατρο» είπε.
Πώς ξεκίνησε η κακοποίηση
«Ήρθε με πήρε με τη μηχανή του στην Ομόνοια και με πήγε στο σπίτι του και μιλάμε για 1,5 ώρα για το θέατρο. Μου είπε ότι είναι καθηγητής σε σχολές των βορείων προαστίων και ότι του αρέσει πάρα πολύ η επαφή με τους μαθητές, να τους προετοιμάζει. Ήταν αυτό που ήθελα. Μου είπε για τη ζωή του. Πήρα μια εικόνα για εκείνον.
Όπως γινόταν η συζήτηση, ξαφνικά σταμάτησε και μου είπε να σταματήσουμε να μιλάμε για το θέατρο. Άρχισε να μου λέει ότι είμαι πιο ώριμος από την ηλικία μου, ότι δεν φαίνομαι για 15 και άρχισε να μου μιλάει για το απαγορευμένο, πόσο γλυκό είναι, πόσο ωραίο είναι να κάνεις πράγματα κρυφά από τους γονείς σου. Άρχισε να με βάζει στο απαγορευμένο. Καθόμασταν δίπλα δίπλα στον καναπέ, με προσέγγισε σιγά σιγά, εγώ ήμουν πολύ ταραγμένος και ξαφνικά με φίλησε. Έτρεμα. Δεν ήμουν καλά, είχα σοκαριστεί. Ο λόγος που είχα πάει δεν ήταν αυτός. Αιφνιδιάστηκα. Με αγκάλιασε, με χάιδευε για να με ηρεμήσει. Ήμουν σοκαρισμένος. Δεν μπορούσα να κάνω κάτι γιατί είχα παγώσει. Ήταν πολύ περίεργο το συναίσθημα. Έφυγα από αυτόν, δεν πήγα τις πρώτες ώρες στο σχολείο. Μίλησα με τις φίλες μου, είπα την ιστορία και προσπαθούσαν να καταλάβουν αν είναι ερωτευμένος. Μου είχε πει να συναντηθούμε την επόμενη μέρα. Συναντηθήκαμε. Δεν θυμάμαι πάρα πολλά. Έχω μπλοκάρει αρκετά πράγματα για τις πιο ιδιωτικές στιγμές μας. Αυτό που θυμάμαι είναι ότι την τρίτη φορά που τον συνάντησα δέχτηκα τη σωματική και σeξουαλική κακοποίηση. Δεν μπορούσα να αντιδράσω. Ήταν η αρχή μιας ιστορίας που κράτησε 4 χρόνια.
Ήταν πολύ χειριστικός, με έκανε να νιώθω ότι το θέλω. Λέγοντάς μου αυτά τα πράγματα έλεγα ότι είναι δική μου απόφαση να συμμετέχω σε αυτό. Όταν έγινα 31 ετών κατάλαβα ότι ήμουν θύμα κακοποίησης.
Δεν ήμασταν καθόλου ζευγάρι, δεν είχαμε σχέση. Από τα λίγα πράγματα που κάναμε εκτός σπιτιού του ήταν να με πάει στο γήπεδο όπου μου είπε ότι είμαστε σαν πατέρας και γιος και είχα σοκαριστεί γιατί δεν είχα πάει ποτέ με τον πατέρα μου.
Κατά τη διάρκεια της σeξουαλικής μας επαφής μου έλεγε ότι με αγαπάει» είπε ο Βασίλης.
Η επαφή και με άλλους ανήλικους
«Με τον καιρό άρχισε να επιμένει, να μου προτείνει να συνευρεθούμε σeξουαλικά με άλλα άτομα, με άλλους μαθητές του. Πήγαινα πάντα σπίτι του και υπήρχε εκεί ένα παιδί να περιμένει.
Ήταν και μια κοπέλα που είχα συναντήσει 2-3 φορές, είχε τελειώσει το σχολείο, σπούδαζε στο εξωτερικό και ερχόταν συχνά στην Ελλάδα και πάντα τον επισκεπτόταν. Αυτός εκνευριζόταν, δεν του άρεσε καθόλου, μάλλον επειδή η κοπέλα είχε μεγαλώσει επειδή ήταν ενήλικη.
Μια φορά που πήγα σπίτι του ήταν ένα αγόρι εκεί. Φοβήθηκα. Κάθε φορά που πήγαινα σπίτι του ένιωθα πάρα πολύ περίεργα, πολύ μεγάλη πίεση, πολύ άβολα γιατί ήμουν σε μία κατάσταση που δεν ήξερα πού θα οδηγήσει. Για καλή μου τύχη τηλεφώνησε η κοπέλα και μας λέει πολύ εκνευρισμένος ότι δεν την μπορεί και μας λέει να φύγουμε, να κάνουμε μια βόλτα το τετράγωνο και θα μας ειδοποιήσει να ξαναμπούμε. Έρχεται η κοπέλα, δεν θέλει να φύγει και μας λέει να σηκωθούμε να φύγουμε. Ήταν όλο πολύ καθοδηγούμενο. Φεύγουμε από το σπίτι. Εγώ ήμουν πολύ ξαλαφρωμένος που έφυγα. Βγαίνουμε από την πολυκατοικία και εγώ είπα στο παιδί ότι θα πάω στο σπίτι μου. Δεν γνωρίζω ποιος ήταν ο ρόλος του άλλου παιδιού.
Εμένα άρχισε να κολλάει το μυαλό μου, τον σκεφτόμουν συνέχεια, ένιωθα ότι είναι ο έρωτάς μου. Αυτές τις προτάσεις που μου έλεγε δεν μπορούσε να τις χωρέσει το μυαλό μου, ήμουν πολύ μικρός για να υπάρχει και ένα τρίτο πρόσωπο, ήταν αδιανότητο για τη δική μου ψυχολογία.
Μια άλλη φορά -και αυτό είναι από τα πιο τραγικά που έχω ζήσει- μπαίνω στο σπίτι του και ήταν μια μαθήτριά του, ανήλικη, στην ηλικία μου μάλλον και μου λέει να κάνουμε κάτι οι τρεις μας. Και του λέω όχι, δεν κάνω τέτοια πράγματα. Μου το είπε με έναν τρόπο να μην το πάρει χαμπάρι το κορίτσι. Παίρνει την κοπέλα, μπαίνει στο υπνοδωμάτιό του και γυρνάει γυμνός μετά από 5 λεπτά και μου λέει “η κοπέλα σε περιμένει”. Πανικοβλήθηκα. Πάγωσα. Του είπα ότι δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Πάω στο υπνοδωμάτιο και αρχίζουν να κάνουν σeξ πολύ δυνατά, έχω παγώσει. Από την αμηχανία μου παίρνω ένα βιβλίο από τη βιβλιοθήκη και προσπαθώ να διαβάσω γιατί δεν μπορούσα να σηκωθώ από την καρέκλα. Έλεγα στον εαυτό μου συνέχεια σήκω και φύγε. Μου φάνηκε αιώνας να βρω τη δύναμη να βγω από το διαμέρισμά του.
Τον θαύμαζα πάρα πολύ», είπε εξηγώντας ποια ήταν η αφορμή που τον έκανε να ξαναγυρίζει σε αυτόν.
«Η συμπεριφορά του στην αρχή ήταν πάρα πολύ καλή αλλά μετά άλλαξε. Αν τον ενοχλούσα πολύ με τιμωρούσε, δεν με συναντούσε. Οι ανήλικοι δεν καταλαβαίνουν αυτό το παιχνίδι» είπε.
«Όταν τον είχα γνωρίσει στην αρχή μου είχε πει αν δω τη μητέρα του στην πολυκατοικία να μην δείξω το διαμέρισμα και να πω ένα άλλο όνομα. Τη συνάντησα και τρομοκρατήθηκα. Φεύγοντας με πήρε στο κινητό και άρχισε να μου φωνάζει ότι του δημιουργώ πρόβλημα. Ήταν μία από τις αφορμές που με έκαναν να σκεφτώ. Μου πήρε πολλά χρόνια να το καταλάβω πώς λειτουργούσε».
«Δεν με ενδιαφέρει η δημοσιότητα. Ο μόνος λόγος που το κάνω είναι τα άλλα θύματα»
«Οι γονείς μου δεν ήξεραν ότι είμαι γκέι γιατί ήταν πολύ συντηρητικοί. Μίλησα στα 26 μου. Τη μαμά μου δεν την ενδιέφερε, ίσως το είχε καταλάβει.
Η αντίδραση του πατέρα μου με έκανε να κλάψω τρεις μέρες. Μου είπε ότι “σ’ αγαπάω διπλά γιατί ξέρω τι πέρασες”.
Είχα πολύ διαφορετική αντίληψη για τη σeξουαλικότητά μου, για τις σχέσεις μου. Με στιγμάτισε, ήταν ένα πράγμα που θα το κουβαλάω σε όλη μου τη ζωή. Κάνω χρόνια ψυχοθεραπεία. Αλλιώς μου το έχει δώσει να το καταλάβω και αλλιώς ήταν.
Δεν μένω στην Ελλάδα, δεν με ενδιαφέρει η δημοσιότητα. Ο μόνος λόγος που το κάνω είναι αν υπάρχουν άλλα θύματα και για τους γονείς των θυμάτων να καταλάβουν ότι δεν φταίνε.
Στην αρχή της γνωριμίας μου με είχε ρωτήσει ποιος το ξέρει. Του είχα πει για τις φίλες μου και ήθελε να τις γνωρίσει. Και είχαμε πάει σε παράσταση και τις είδε.
Ήθελα πάντα να το κάνω αλλά πάντα ένιωθα πολύ αδύναμος απέναντι του και λόγω της θέσης του» είπε ο Βασίλης.
«Η τελευταία φορά που συναντηθήκαμε ήταν όταν ήμουν 19, ήταν στη Θεσσαλονίκη για παραστάσεις και είχαμε συναντηθεί στο σπίτι του και έκανα ένα πολύ μεγάλο ξέσπασμα, ήμουν πολύ οργισμένος, του είπα ότι είναι παιδεραστής, σκουλήκι, ότι εκμεταλλεύεται παιδιά. Αυτός άρχισε να κλαίει, μου ζήτησε συγγνώμη για τη συμπεριφορά τοου. Του είπα ότι “δεν σε λυπάμαι καθόλου γιατί από αύριο το ίδιο πράγμα θα κάνεις, διότι ένας παιδεραστής είναι πάντα παιδεραστής, δεν υπάρχει φάρμακο”. Και εκεί για να νιώσω ότι τον έχω ξεπεράσει, τού είπα ότι έχω πάει με άλλον και μου ζήτησε να πηγαίνω μόνο με εκείνον. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι εννοεί. Σε αυτή την επίθεση αντιλαμβανόμουν ότι είχα μεγαλώσει και του είχα πει ότι “είμαι 19 χρονών και δεν είμαι πλέον στο target group σου, έχω περάσει τα 18″».
Ο Βασίλης αναφέρθηκε τι τον οδήγησε στο να καταθέσει τη μηνυτήρια αναφορά του στον Εισαγγελέα.
«Δυσκολεύτηκα πάρα πολύ. Τα τελευταία χρόνια έκανα πάρα πολύ μεγάλη διεργασία. Όλα έγιναν μέσα από τα social και βρήκα μια υποστήριξη. Άρχισα να ψάχνω ανήλικα παιδιά τώρα. Ανά τα χρόνια ακούγονταν διάφορες φήμες. Φεύγοντας από τη Ελλάδα έχασα κάθε επαφή. Το 2014 πέρασε από το Facebook μου ότι κάνει οντισιόν για ανήλικα. Τα άλλα θύματα με βρήκαν τώρα. Τότε εγώ έψαχνα θύματα για να καταγγείλω. Όταν είδα ότι κάνει οντισιόν είπα ότι συνεχίζει και το κάνει αυτό το πράγμα; Και το έκανα σκοπό της ζωής μου να τον κυνηγήσω».
Η νομική σύμβουλος του Βασίλη, Μαρία Κουρτέση, εξήγησε ότι έχει παραγραφεί το αδίκημα που διέπραξε ο γνωστός θεατράνθρωπος εναντίον του.
Όμως επειδή η μηνυτήρια αναφορά είναι πλήρης ονομάτων και στοιχείων αλλά και περιστατικών που δεν εμπίπτουν σε παραγραφή ίσως έτσι ο Εισαγγελέας ξεκινήσει έρευνα προκειμένου να βρεθούν θύματα και αδικήματα που δεν έχουν παραγραφεί.
Η κυρία Κουρτέση εξήγησε πώς ορίζεται ο βιασμός ανηλίκου, ενώ αποκάλυψε ότι μετά την κατάθεση της μηνυτήριας αναφοράς άλλα 2 θύματα επικοινώνησαν μαζί της και αν τα αδικήματα που περιγράφουν αποδειχτούν δεν έχουν παραγραφεί καθώς τελέστηκαν το 2014, 2015 και 2017.
«Το παιδεραστή πλέον δεν τον φοβάμαι. Αυτός πρέπει να με φοβάται. Η σιωπή σημαίνει συνενοχή» ήταν το μήνυμα που θέλει να στείλει ο Βασίλης και σε άλλα θύματα.