Μπαμπά θα μου πάρεις ένα καλαμπόκι; -Δεν έχω λεφτά κoριτσάκι μου, άλλωστε το συμφωνήσαμε, θα πάμε μία βόλτα και θα γυρίσουμε στο σπίτι για να κοιμηθείς νωρίς.
Το παιδάκι δεν αντιμίλησε. Έσκυψε το κεφάλι και συνέχισε μαζί κρατώντας σφιχτά το χέρι του πατέρα. Σα να ήξερε από την αρχή ότι η επιθυμία του δεν θα είχε αντίκρισμα. Απλά την εξέφρασε σαν να πίστευε ότι ακόμη και η διατύπωσή της θα ισοδυναμούσε με την υλοποίηση αυτού του απλού παιδικού ονείρου.
Ο διάλογος μεταξύ του πατέρα και της μικρής του κόρης αφοπλιστικός το απόγευμα της Δευτέρας. Θα μου πείτε, ο πρώτος είναι ή ο τελευταίος; Ούτε το ένα ούτε το άλλο. Αλλά δίνει από μόνη της η στιχομυθία «τροφή» στον δημοσιογράφο που ακούει συνοδεύοντας την δική του κόρη για σκέψεις μετά από την γερή γροθιά που έφαγε στο στομάχι.
Πόσο κάνει ένα καλαμπόκι; 1,5 ευρώ κόστιζε το όνειρο του μικρού κoριτσιού. Και όμως, ο πατέρας δεν είχε λεφτά. Η ματιά του πέρασε φευγαλέα από το πρόσωπο του δημοσιογράφου που τον κοιτούσε. Και μέσα σε αυτά τα κλάσματα του δευτερολέπτου, φάνηκε σαν να άνοιξε το βιβλίο της ζωής του. Του «είπε» πολλά και τον «ρώτησε» περισσότερα.
«Δεν με ενδιαφέρει κύριε να μου μιλάς συνέχεια για ανάπτυξη. Δεν με νοιάζει να μου λες συνέχεια για το πότε θα έρθει το τρένο ή το φυσικό αέριο στην Πάτρα, ή πότε θα γίνει ο αυτοκινητόδρομος Πάτρας Πύργου. Ναι. Μπορεί όλα αυτά να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και να έλθει το πλήρωμα του χρόνου που κι εγώ θα απολαύσω το ξεχασμένο εδώ και χρόνια αγαθό της δουλειάς. Όμως μπούχτισα να τα ακούω και να τα διαβάζω όλα αυτά. Χωρίς να αλλάζει κάτι στην καθημερινότητά μου, χωρίς να μπορώ ακόμη και σήμερα να αγοράσω ένα καλαμπόκι στο παιδί μου. Δεν με νοιάζει ποιος Κυβερνά ή ποιος θα κυβερνήσει.
Ποιος είναι Δήμαρχος ή ποιος θα γίνει. Αυτό μπορεί να «καίει» λίγους. Εκείνους που έμαθαν καλά τόσα χρόνια το αλισβερίσι με την εξουσία. Ούτε ψάχνομαι για το ποιός παντρεύτηκε το Σαββατοκύριακο, ή ποιός χόρεψε στα πανηγύρια καίγοντας τραπέζια μουσκεμένα με αλκοόλ.Έπαψα να νοιάζομαι για το τι θα γίνει αύριο. Με νοιάζει το τώρα. Και σε ρωτώ κύριε δημοσιογράφε: Ποιος μπορεί να με βοηθήσει για να πάρω με αξιοπρέπεια ένα καλαμπόκι στο παιδί μου;»
Κι έτσι όπως τον ρώτησε, έσφιξε το χέρι της κόρης του και συνέχισαν τον περίπατό τους. Με τα κεφάλια ψηλά, γεμάτα αξιοπρέπεια. Κι έμεινε πίσω ο δημοσιογράφος να τους κοιτά και να αναρωτιέται:
Πόσες κοινωνίες υπάρχουν και πόσες από αυτές δεν έχω γνωρίσει ακόμα;