«Η ασθένεια μου με έκανε να εκτιμήσω τον εαυτό μου».
Είναι ίσως η πιο σημαντική στιχουργός και ποιήτρια της γενιάς της. Ωστόσο, στα 23 της βρέθηκε να αντιμετωπίζει μια πρωτόγνωρη κατάσταση. Ήταν το ξεκίνημα μιας νέας ζωής που δεν την είχε επιλέξει η ίδια, αλλά κατάφερε να τη φέρει στα μέτρα της. Σε συνέντευξή μας στο περιοδικό People με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, η Ελεάνα Βραχάλη εξομολογείται πώς η συγκεκριμένη νόσος άλλαξε την καθημερινότητά της και την έκανε πιο δυνατή.
«Στα 23 μου περνούσα μια στρεσογόνα περίοδο, κατά την οποία σπούδαζα και έκανα δύο δουλειές παράλληλα. Κάποια στιγμή κρυολόγησα για έναν ολόκληρο μήνα, είχε πια εξασθενήσει ο οργανισμός μου και είχε αρχίσει ήδη να μουδιάζει το ένα χέρι μου. Ο παθολόγος που με επισκέφτηκε στο σπίτι συνέστησε να κάνω πολλά ζεστά μπάνια και αυτό ήταν ό,τι χειρότερο μπορούσε να μου προτείνει, γιατί η ζέστη είναι απαγορευτική για τη σκλήρυνση. Το αποτέλεσμα ήταν μέσα σε μία εβδομάδα να έχω μουδιάσει παντού, δεν ένιωθα το σώμα μου από τον λαιμό και κάτω. Δεν μπορούσα ούτε να περπατήσω.
Νοσηλεύτηκα στο Υγεία και στην αρχή μού χορηγούσαν αντιβιώσεις νομίζοντας ότι ήταν κάποιος ιός που έχει προσβάλει το νευρικό μου σύστημα. Ύστερα από τρεις μαγνητικές –η μία στον αυχένα– ανακαλύψαμε ότι έχω σκλήρυνση κατά πλάκας. Θυμάμαι ότι το πρώτο πράγμα που ρώτησα ήταν “Θεραπεύεται;”. Μου είπαν ότι σταδιακά, με κορτιζόνη, θα υποχωρήσουν τα συμπτώματα, αλλά πως θα είναι κάτι που θα με ακολουθεί σε όλη μου τη ζωή, όπως και συνέβη. Η σκλήρυνση κατά πλάκας είναι σαν ένα αποτύπωμα –τελείως διαφορετική σε κάθε άνθρωπο– και παίζει τεράστιο ρόλο η ψυχολογία του ασθενούς και ο τρόπος που το αντιμετωπίζει. Πρέπει να αποφεύγεις τη ζέστη, την κούραση, το άγχος, το στρες.
Από τις πρώτες οδηγίες που μου έδωσε η γιατρός μου ήταν “Μην καπνίζεις, μην πίνεις, μην ξενυχτάς, μη στενοχωριέσαι, μην κάνεις τίποτα ακραίο για τον οργανισμό”. Τότε δεν ακολούθησα όλες τις συμβουλές, γιατί ήμουν μόλις 23 χρόνων, και στα 23 σου δεν μπορείς να μπεις σε μια γυάλα. Μεγαλώνοντας, κατάλαβα ότι είναι ένας καθημερινός αγώνας, αφού η αγωγή που παίρνεις εξασθενεί το ανοσοποιητικό σου σύστημα και είσαι πάρα πολύ επιρρεπής στο να κρυολογήσεις. Ανήκεις στις ευπαθείς ομάδες. Αυτό χρειάζεται κάποιον χρόνο για να το επεξεργαστείς και να το εμπεδώσεις. Ένας οποιοσδήποτε άνθρωπος θα ξεπεράσει ένα κρυολόγημα στις τρεις μέρες. Ο άνθρωπος που έχει σκλήρυνση θα χρειαστεί για το ίδιο κρυολόγημα δύο εβδομάδες.
Παίρνω ως αγωγή δύο χάπια την ημέρα. Παλιά ήταν ενέσιμη η αγωγή, άρα ακόμη πιο δύσκολη οργανικά και ψυχολογικά. Υπήρξα τυχερή γιατί από τα 23 μου και μετά δεν είχα ξανά έντονη κρίση. Μόνο κάποιες ελαφριές, με μουδιάσματα, που έρχονται και φεύγουν σχετικά ανώδυνα. Σαφώς προσέχω, αλλά την ίδια στιγμή προσπαθώ να μην αφήσω τη σκλήρυνση να κατευθύνει τη ζωή μου, να μην ξυπνάω και κοιμάμαι με αυτή τη σκέψη. Γιατί γνώρισα ανθρώπους που το αντιμετωπίζουν έτσι και έχουν τα αντίθετα αποτελέσματα.
Ζω 18 χρόνια με σκλήρυνση κατά πλάκας. Είναι μια νόσος που σε ακραία μορφή μπορεί να σε αφήσει παράλυτο. Μέχρι πριν από κάποια χρόνια έχανες τη ζωή σου. Ευτυχώς, η εξέλιξη της επιστήμης την έχει περιορίσει τόσο ώστε να είναι πλέον ελεγχόμενη. Συνήθως “χτυπά” όσους είναι πολύ ευάλωτοι ψυχολογικά ή αφήνουν τον εαυτό τους εκτεθειμένο σε στρεσογόνες συνθήκες.
Από τη δική μου εμπειρία, θα συμβούλευα τους πάσχοντες να βρουν έναν καλό γιατρό, να ακολουθήσουν τις οδηγίες του, να μην ακούν κανέναν μύθο απ’ όσους συνοδεύουν την πάθηση, να είναι καλά ψυχολογικά, να το έχουν συνέχεια στο πίσω μέρος του μυαλού τους, αλλά να μην αυτοπροσδιορίζονται από αυτό. Να επιλέγουν την υπέρβαση και να μην αφήνουν τη νόσο να κατευθύνει τη ζωή τους. Και, φυσικά, να μην ντρέπονται να το πουν. Τα αυτοάνοσα νοσήματα “χτυπούν” κυρίως ανθρώπους που δεν έχουν ένα τόσο δυνατό Εγώ. Η σκλήρυνση κατά πλάκας είναι ένα τέτοιο νόσημα. Κι εγώ μέσα από αυτό έγινα πιο δυνατή και εκτίμησα τον εαυτό μου!».