«Οι γονείς μου παντρεύτηκαν όταν ήμουν 30 χρονών».
Αναφερόμενος στις γραπτές του εξομολογήσεις για τα πάθη της ζωής του ο Γιώργος Κωνσταντίνου μίλησε στο «Καλύτερα δεν γίνεται και στον Κώστα Τσουρό για τον τζόγο, αλλά και το πως το καταστροφικό του πάθος τον έσωσε εν τέλει από την οικονομική καταστροφή που του συνέβη με παραγωγή στο θέατρο
Μίλησα για το πάθος του τζόγου, όπως και του τσιγάρου. Πολλοί άνθρωποι κάποια στιγμή το σταματάνε. Υπάρχει ένας μαγικός τρόπος που σταματάει. Κι εγώ κάποια στιγμή κατάλαβα ότι «μέχρι εδώ».
Ήμουν άσχετος για παραγωγός. Τελείως άσχετος. Δεν το ξέρω το «άθλημα» αυτό. Μια φορά έπεσα πάρα πολύ έξω και ήταν καταστροφή. Είδα και έπαθα. Πέρασαν δυο χρόνια για να μπορέσω να συνέλθω. Δεν ήξερα τι μου γινόταν. Έκλεισα θίασο με 50 άτομα. Που να βγει αυτό το πράγμα; Και απέτυχε κιόλας. Τραβήχτηκα δυο χρόνια με τοκογλύφους. Είχα μπει πολύ μέσα με τους τοκογλύφους από την παράσταση. Συμπτωματικά έπαιζα τζόγο τότε και τους ξόφλησα από το παίξιμο. Εκείνο που θα έπρεπε να με αποκαταστρέψει, εκείνη τη στιγμή με έσωσε. Ήταν απίστευτο αυτό που έγινε. Δεν μπορώ να καταλάβω πως έγινε», λέει ο ηθοποιός.
Μεταξύ άλλων ο Γιώργος Κωνσταντίνου αναφέρεται σε ένα μεταφυσικό συμβάν στη ζωή του με τη μητέρα του την οποία υπεραγαπούσε: «Όταν πέθανε η μητέρα μου ήμουν ένας άνθρωπος που δεν ήθελα ούτε να ζήσω, ούτε να υπάρξω. Με πόνεσε πολύ γιατί ζούσα μόνο για τη μάνα μου και είχα μεγάλο πάθος. Ένιωσα ένα τέτοιο κενό, να πέσω μέσα να χαθώ. Δεν μπορούσα να ζήσω, ήταν τρελό αυτό. Ένα βράδυ είδα στον ύπνο μου ότι ήμουν στο κρεβάτι με τη μητέρα μου αλυσοδεμένοι. Με κοίταξε με ένα γλυκό παράπονο και με φίλησε. Αυτό ήταν ένα όνειρο. Ήταν Φεβρουάριος ή Μάρτιος. Το Πάσχα θα ανεβαίναμε στη Θεσσαλονίκη να παίξουμε ένα θέατρο. Ανέβηκα στη Θεσσαλονίκη και ήταν μια πρώτη ξαδέλφη μου που την υπεραγαπούσε τη θεία της, τη μάνα μου. Μου λέει: «Το βράδυ θα πάμε σε ένα τραπεζάκι που καλούμε πνεύματα και θα καλέσω και τη θεία». Της λέω πήγαινε. Εγώ γελούσα με αυτά τα πράγματα. Έρχεται την άλλη μέσα και μου λέει: «Καλέσαμε τη θεία και μου είπε ότι την έχεις αλυσοδεμένη εδώ και δεν την αφήνεις να φύγει». Εκεί έπαθα το σοκ της ζωής μου. Δεν της είχα πει τίποτα».
Ανάμεσα σε άλλα, όταν ρωτήθηκε για τον πατέρα του ο ίδιος αποκαλύπτει πως οι γονείς του παντρεύτηκαν όταν εκείνος ήταν 30 χρονών!
«Η μητέρα μου με τον πατέρα μου είχαν χωρίσει από τότε που γεννήθηκα. Δεν είχαν παντρευτεί. Παντρεύτηκαν πολύ αργότερα. Δεν έζησα καθόλου με τον πατέρα μου. Παντρεύτηκαν όταν ήμουν 30 χρονών. Πήγαν και παντρεύτηκαν γιατί το θεωρούσε αμάρτημα η μάνα μου ότι ήταν ανύπαντρη και ότι δεν είχα νόμιμο πατέρα. Ήμουν μπάσταρδο πως το λένε; Έτσι λοιπόν παντρεύτηκαν. Γύρισαν στο σπίτι και λέει ο πατέρας μου «τώρα που ήρθαμε εδώ και παντρευτήκαμε τώρα, ο αφέντης του σπιτιού θα είμαι εγώ» και λέει η μητέρα μου «τώρα δεν θέλω τίποτα άλλο, φύγε» και τον έδιωξε», λέει ο Γιώργος Κωνσταντίνου.