Στον ιστότοπο της lifo μίλησε η Ναταλία Γερμανού αναφερόμενη στην τρέχουσα τηλεοπτική σεζόν αλλά και την αρνητική κριτική που δέχεται στα social media.
«Εγώ ξεκίνησα στη μεσημεριανή ζώνη έχοντας την εντύπωση ότι θα κάνω μια ψυχαγωγική εκπομπή. Ήρθε η ζωή και με διέψευσε και μου έδειξε ότι πλέον δεν μπορώ να κάνω αποκλειστικά ψυχαγωγία, εκτός κι αν κλειστώ ηθελημένα σε μια ροζ μπάλα, δεν παρακολουθώ τις εξελίξεις, δεν με ενδιαφέρει τι συμβαίνει γύρω μου, παρά μόνο η παρτούκλα μου και να ‘μαι εγώ καλά. Επειδή δεν είναι αυτή η ιδιοσυγκρασία μου, η εκπομπή πήρε τον δικό μου ρυθμό – κι ευτυχώς έχω έναν αρχισυντάκτη (σ.σ. τον Βασίλη Δρυμούση) με τον οποίο ταιριάζουμε πολύ» είπε για τη φετινή στροφή της εκπομπής της και σε πιο κοινωνικά θέματα.
Εξαιρετική επιλογή θέματος, για μένα, ήταν ο Ιάσων Αποστολόπουλος που φιλοξενήσατε την προηγούμενη εβδομάδα. Και σκάνε μετά όλο αυτές οι αντιδράσεις και το πράγμα πήρε ξεκάθαρα πολιτικές διαστάσεις, δεν ήταν απλώς μια προσωπική επίθεση προς εσένα. Θα μου κάνεις αρχικά ένα γενικότερο σχόλιο για την επιλογή των θεμάτων σου; Θεωρητικά ο διασώστης των προσφύγων θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι κάπως «αντιτηλεοπτικό θέμα» για Σάββατο μεσημέρι.
Η εκπομπή, όπως είπαμε, είναι infotainment, αλλά το 80% είναι ψυχαγωγία και το 20% ενημέρωση. Άρα λοιπόν, μέσα στην ευχάριστη τσιχλόφουσκα της χαράς, που δεν την υποτιμώ καθόλου, του gossip, της ελαφράδας, δεν θέλω να ξεχνώ ποτέ τι σημαίνει η λέξη ψυχαγωγία: αγωγή της ψυχής. Δεν είναι μόνο η σαχλαμάρα. Η αγωγή της ψυχής, λοιπόν, για μένα περιλαμβάνει πράγματα που μπορούν να μας διδάσκουν, να μας αφήνουν με έναν προβληματισμό αλλά και με ένα χαμόγελο.
Το πρώτο Σαββατοκύριακο της σεζόν φιλοξένησα την Κατερίνα Ιωαννίδου, την εθελόντρια δασοπυροσβέστη, και όταν τελείωσε εγώ ένιωθα τεράστια χαρά. Πριν από τρεις εβδομάδες φιλοξενήσαμε τον πρόεδρο των εποχικών πυροσβεστών, που μας είπε πόσο πικραμένος ένιωσε όταν, μετά από ένα καλοκαίρι που τους είχανε ήρωες, κάνανε την ειρηνική τους διαμαρτυρία και τους απώθησαν με νερό.
Άρα, λοιπόν, δεν ήταν ο Ιάσων η πρώτη φορά που προσέγγισα ένα θέμα διαφορετικό. Τον ήθελα γιατί είχα παρακολουθήσει τη δράση του ως διασώστη στη Μεσόγειο, είχα δει φωτογραφίες, είχα μάθει τι έκανε και σε πόσο υψηλή εκτίμηση τον έχουν στο εξωτερικό. Και τον ζήτησα. Αρκετές φορές είχε αρνηθεί, δεν του αρέσει να μιλάει στην τηλεόραση, προτιμά τα έντυπα και το ραδιόφωνο. Με τα πολλά συμφώνησε να κάνουμε ένα Skype. Και μάλιστα του είπα ότι δεν θέλω να το πάμε πολιτικά, ήξερα ποιες είναι οι θέσεις του, δεν με ενδιέφερε αυτό, η εκπομπή μου δεν είναι πολιτική και δεν θέλω να έχει καμία απολύτως πολιτική χροιά. Του είπα ότι θα μιλούσαμε μόνο για τον διασώστη, τον άνθρωπο που σώζει ναυαγούς που πνίγονται στο νερό. Δέχτηκε κι έτσι το πήγαμε. Δεν υπήρχε καμία μομφή εναντίον της κυβέρνησης, καμία πολιτική αιχμή, τίποτα κομματικοποιημένο σε αυτό το 7λεπτο Skype με τον διασώστη Ιάσονα Αποστολόπουλο.
Άρα δεν σου κρύβω ότι πραγματικά παραξενεύτηκα όταν είδα το πρώτο tweet από ένα account που λέγεται «Ομάδα Αλήθειας», που με μάλωνε και ουσιαστικά σχεδόν με κατηγορούσε για πράκτορα των Τούρκων και ότι θέλω το κακό της χώρας μου. Πρώτον δεν είμαι πράκτορας των Τούρκων, δεύτερον θέλω μόνο το καλό της χώρας μου, τρίτον φιλοξένησα έναν διασώστη και όχι έναν άνθρωπο που κάνει αντιπολίτευση. Δεν κάνουμε αντιπολίτευση μέσα από το «Καλύτερα δε γίνεται», φιλοξενούμε ανθρώπους που έχουν κάτι να πουν.
Νομίζω ότι με τα χρόνια έχεις γίνει πολύ ανθεκτική στις προσωπικές επιθέσεις. Πώς νιώθεις όμως όταν προκύπτει μια στοχευμένη επίθεση από ακροδεξιές φωνές; Είναι κάτι τελείως διαφορετικό.
Τα διάβασα όλα τα tweets, φυσικά δεν απάντησα σε κανένα, ούτε στα καλά ούτε στα κακά, γιατί δεν μπορείς να απαντάς μόνο στα καλά και ούτε μπορείς να τσακώνεσαι με αυτούς που σε βρίζουν – είναι ματαιοπονία. Παρατήρησα όμως με ενδιαφέρον ότι τα περισσότερα ήταν σeξιστικά και κακοποιητικά. Θα λάμβανα πολύ σοβαρά υπόψη μου ένα tweet αυστηρό, που θα με μάλωνε με σοβαρά επιχειρήματα, από έναν σοβαρό άνθρωπο, με ονοματεπώνυμο, θα έμπαινα ίσως στον κόπο να ανοίξω διάλογο, να μάθω κάτι που ενδεχομένως δεν ξέρω. Αλλά όταν οι επιθέσεις περιορίζονται στο «σου γυάλισε το τεκνό και το έβγαλες και δεν ξέρεις ότι αυτός είναι δουλέμπορας», εκεί πια νομίζω ότι χάνεται κάθε ουσία και κάθε σοβαρότητα. Οπότε πέρασα χωρίς να μου αφήσουν ούτε γρατζουνιά.
Ακόμα κι εδώ, λοιπόν, που το ζήτημα έχει διαφορετική χροιά, πολιτική, καταλήγουν να σε λοιδορούν με τον γνωστό, εύκολο τρόπο.
Ο πιο εύκολος τρόπος για να πολεμήσεις κάποιον που θεωρείς ότι έκανε κάτι που σε ενοχλεί, αν δεν έχεις ένα σοβαρό όπλο, είναι να τον κακοποιήσεις σeξιστικά, ηλικιακά, χυδαία. Αυτά τα τρία πράγματα, τη χυδαιότητα, τον σeξισμό και τη δολοφονία χαρακτήρα, όπως λένε, έχω μάθει να τα γράφω στα παλιά μου τα παπούτσια και να τα προσπερνάω ως μη γενόμενα.
— Πώς;
Αναγκαστικά. Κοίταξε, μου πήρε πολλά χρόνια, αλλά με βοήθησαν δύο πράγματα: το DNA που έχω στις φλέβες μου, γιατί είχα έναν πατέρα που φρόντισε να με θωρακίσει και που θα καμάρωνε πάρα πολύ, νομίζω, την κόρη του, αυτήν τη στιγμή. Θέλω να μου επιτρέψουν τα trolls που έγραψαν ότι είμαι «η ντροπή του πατέρα μου» να τον γνωρίζω λίγο καλύτερα και να ξέρω αν θα καμάρωνε ή αν θα ντρεπόταν. Και δεύτερον το κύμα συμπαράστασης που ήταν πενταπλάσιο. Όταν έχεις να κάνεις με 30 βρισίδια και 530 «είμαστε μαζί σου», η πλάστιγγα γέρνει υπέρ.
znews.gr