Γύριζα σπίτι πριν κανένα τετράμηνο μετά από εκείνες τις επικές εξόδους που λες ότι θα βγεις για ένα ποτό κι επιστρέφεις λίγο πριν ξημερώσει. Έβγαλα παπούτσια, φόρεσα τις ξεχειλωμένες μου φόρμες κι άναψα το τελευταίο τσιγάρο πριν κοιμηθώ.
Ανάμεσα στην ησυχία του σπιτιού και στο βουητό της μουσικής που είχε μείνει ακόμα στ’αυτιά μου, αναρωτήθηκα πόσοι άλλοι υπάρχουν εκεί έξω που νιώθουν το ίδιο άδειοι με μένα.
Που βγαίνουν, που ξεγελούν τον εαυτό τους πως περνάνε καλά και μετά από τρία -και βάλε- ποτά, επιστρέφουν σπίτι τους κι αισθάνονται πιο μόνοι από ποτέ.
Κάτι λείπει.
Κι αυτό το «κάτι» δε μπορούν να το αναπληρώσουν ούτε οι φίλοι, ούτε η εργασιομανία, ούτε οι ξεπέτες. Δεν το αντικαθιστά ούτε το ποτό που αντί να σε βοηθήσει να ξεχάσεις, σου υπενθυμίζει πόση ανάγκη έχεις από έναν άνθρωπο.
Αυτόν, που θα είναι ο φίλος που θα τα πίνετε παρέα και θα συζητάτε όλα σας τα προβλήματα. Αυτόν, που θα είναι ο σύντροφός σου στη διαδρομή μέχρι το σπίτι, ή ακόμα καλύτερα, στο δικό σας σπίτι.
Αφού όλοι ψάχνουμε την αγάπη, γιατί είναι τόσο δύσκολο να τη βρούμε;
Δε γνωρίζω κάποιον που να θέλει να’ναι μόνος. Κι όσοι ορκίζονται στη μοναχικότητα, είναι οι ίδιοι που έχουν ανάγκη την αγάπη περισσότερο από κάθε τι.
Φταίνε οι σχέσεις που δυσκόλεψαν; Όχι. Οι σχέσεις από μόνες τους ήταν πάντα εύκολες. Δύσκολες τις καταστήσαμε εμείς. Παραξενέψαμε, θέσαμε υψηλά στάνταρ, βολευτήκαμε στο σκέτο σeξ και το συναίσθημα πήγε περίπατο.
Δε δώσαμε δεύτερες ευκαιρίες, δε μπήκαμε στη διαδικασία να γνωρίσουμε λίγο καλύτερα τον άλλο. Δεν απαιτήσαμε, δεν κυνηγήσαμε κι έτσι καταλήξαμε να γυρίζουμε σπίτι μεθυσμένοι κι άδειοι. Οι άνθρωποι μας απογοήτευσαν, όχι οι σχέσεις.
«Δεν υπάρχει κάποιος εκεί έξω και για μένα;». Πόσες φορές έχω αναρωτηθεί άραγε; Πόσοι άλλοι είναι εκεί έξω που κάνουν την ίδια ερώτηση αυτή τη στιγμή στον εαυτό τους;
Είναι απίστευτο το γεγονός πως αν σου λείπει ένας σύντροφος όλα τα άλλα μοιάζουν λίγα. Μ’ένα μαγικό τρόπο ένας άλλος άνθρωπος μπορεί -αν όχι να αντικαταστήσει- να συμπληρώσει τα κομμάτια που σου λείπουν για να φτιάξεις το παζλ μιας ευτυχισμένης ζωής.
Το σημαντικότερο ωστόσο είναι πως δε θα προσπαθεί γι’αυτό. Μια «καλημέρα», μια «καληνύχτα», ένα τηλεφώνημα που θα σε ρωτάει πώς πήγε η μέρα σου, αρκούν. Δε μας λείπει το σeξ που πλέον βρίσκουμε πιο εύκολα κι από τσιγάρα σε περίπτερο. Η συντροφικότητα είναι εκείνη που μας λείπει. Το να έχει την έννοια μας ένας συγκεκριμένος άνθρωπος.
Έσβησα το τσιγάρο και πήγα για ύπνο σκεπτόμενη πως τελικά η αγάπη θα’ρθει.
Και ήρθε.
Δε με βρήκε μέσα σ’ένα μπαράκι γεμάτο καπνό, ούτε με θυμήθηκε κάποιος ανεκπλήρωτος έpωτας. Ήρθε απλά, σταθερά και όμορφα κι αυτό την έκανε πιο δυνατή. Έδωσα και μου έδωσαν ευκαιρίες. Ίσως εντέλει αυτό να είναι το μυστικό.
Έχω ερωτευτεί κεραυνοβόλα στη ζωή μου. Έκλεισα τα μάτια, έπεσα με τα μούτρα και δεν είδα τα ελαττώματα του απέναντι. Έκλαψα, φώναξα εξιδανίκευσα. Κι όταν η φούσκα έσκασε, όλα ήταν μπροστά μου πια. Και ξέρεις τι κατάλαβα; Ότι τέτοιοι έpωτες δεν είναι για μένα.
Αποφάσισα να κάνω ένα βήμα τη φορά και να δώσω χρόνο στον εαυτό μου για να δεχτεί τον άλλο όπως είναι, γιατί κι εκείνος θα κάνει το ίδιο με μένα. Και να, που όλα έγιναν τόσο, μα τόσο απλά.
Όχι, μη μπερδεύεσαι. Δε σου μιλάω για συμβιβασμούς. Σου μιλάω για ευκαιρίες. Για ανταλλαγή ευκαιριών.
Δεν έχει νόημα να φοράς ένα χαμόγελο και να βγαίνεις με το σκεπτικό πως θα γνωρίσεις τον έpωτα της ζωής σου.
Δεν έχει νόημα να προσποιείσαι κάτι άλλο απ’αυτό που είσαι, γιατί είσαι μοναδικός κι έτσι θα αγαπηθείς. Σημασία έχει να μη σου γίνει η αγάπη αυτοσκοπός.
Η αγάπη ξέρει που είσαι και θα σε βρει. Γιατί έρχεται πάντα. Μπορεί να αργεί, αλλά έρχεται.
Το είπε άλλωστε κι ο Παύλος στον «Κηπουρό».
Μέσα στον κήπο της δικιάς μου μοναξιάς
κάτι πουλιά πετούν πάνω απ’ τη στάχτη
που άφησε πίσω του όταν έφυγε ο νοτιάς και
μου τραγουδάνε “η αγάπη θα `ρθει, θα `ρθει…”
Γράφει η Μαίρη Βασιλοπούλου.