Κι έρχεται η ώρα που λες ως εδώ.
Ως εδώ με το φιλότιμο, ως εδώ με την υπομονή, ως εδώ με το πάτημα στον κάλο.
Πονάει να σε πατάνε, πώς να το κάνουμε. Πονάει να μη σε υπολογίζουν όπως σου πρέπει.
Έχεις αξία, ξέρεις. Κι αυτό δεν είναι εγωιστικό. Εγωιστικό θα ήταν να πεις: εγώ αξίζω κι άλλος κανείς.
Αλλά δε λες κάτι τέτοιο. Λες απλά ότι έχεις κι εσύ αξία και θες να τη δεις να αναγνωρίζεται. Μεγάλη, μικρή, τι πειράζει;
Δική σου είναι και θέλεις να την υπολογίζουν, θέλεις να τη σέβονται, θέλεις να την τιμούν. Ακριβώς όπως κι εσύ κάνεις για την αξία των άλλων.
Ανυπομονείς για το παρακάτω σου. Το φοβάσαι; Όχι. Αμφιβάλλεις γι’αυτό; Όχι.
Σαφώς και δεν ξέρεις πού θα σε πάει. Είναι αβέβαιο. Αλλά καλύτερα αυτό από το να μένεις σε σιγουράκια που δε σε εκτιμούν.
Πήξαμε στους χειριστικούς ανθρώπους. Πήξαμε σε εκείνους τους δήθεν θιγμένους που σε πατάνε πρώτοι για να μην προλάβεις να τους πατήσεις εσύ.
Κι εσύ; Τι κάνεις εσύ γι’αυτούς;
Κάθεσαι και τους ακούς; Μήπως τους δίνεις και δίκιο; Μήπως τους κάνεις το χατίρι;
Κάτι τέτοιο ε; Και μετά; Μετά φασκελώνεσαι στον καθρέφτη και λες όσα δεν τόλμησες να πεις ποτέ.
Μόνο που δεν πρέπει να τα λες στον εαυτό σου. Σε αυτούς που σε πατάνε πρέπει να τα λες. Να τους τα χώνεις κατάμουτρα και να διεκδικείς.
Δίκαιο, άδικο αυτό που ζητάς, κανείς δεν είναι σε θέση να το κρίνει. Ούτε εσύ ξέρεις αν είσαι σωστός. Ξέρεις μόνο πως είναι αυτό που νιώθεις. Αυτό που πιστεύεις πως θα σε πάει παρακάτω. Αυτό που θες.
Διεκδίκησέ το λοιπόν. Κι ας λένε οι άλλοι ό,τι θέλουν. Διεκδίκησε το να μη σε πατάνε. Διεκδίκησε το ως εδώ σου.
Άλλαξε πορεία. Σίγουρη δε θάναι, αλλά θάναι επιλογή σου.
Και γι’αυτό και μόνο, αξίζει.
Της Στεύης Τσούτση.