Ο θάνατος της βασίλισσας Ελισάβετ, συγκλονίζει τη Βρετανία και προκαλεί ρίγη συγκίνησης σε όλο τον κόσμο, για την απώλεια της μακροβιότερης αρχηγού κράτους. Αλλά το ίδιο το Παλάτι έμοιαζε προετοιμασμένο εδώ και καιρό για την δύσκολη επόμενη μέρα της πιο ισχυρής και πολυσυζητημένης μοναρχίας στις μέρες μας.
Ήδη, εδώ και έναν χρόνο περίπου, η 96χρονη Ελισάβετ, αντιλαμβανόμενη το επερχόμενο τέλος και τις λιγοστές αντοχές της, είχε περιορίσει τις δραστηριότητες που προέβλεπε ο ρόλος της και τα καθήκοντά της ασκούνταν ουσιαστικά από επτά μέλη της βασιλικής οικογένειας.
Οι συστάσεις των γιατρών για την επιβάρυνση της υγείας της και την ανάγκη ξεκούρασης δεν άφηναν άλλωστε πολλά περιθώρια. Όμως δεν ήθελε, ούτε θεωρούσε ότι υπήρχε νόημα να παραιτηθεί και να αποσυρθεί με αυτό τον τρόπο. Επιθυμούσε να μείνει μέχρι το τέλος στο τιμόνι και να φύγει όπως ακριβώς την γνώρισαν γενιές και γενιές: Στο θρόνο της, με τον οποίο ταυτίστηκε και στον οποίο έβαλε τη σφραγίδα της στο κρίσιμο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα και στην αρχή της νέας χιλιετίας!
Η φετινή χρονιά ήταν για την Ελισάβετ πολύ σημαντική, καθώς γιόρτασε το πλατινένιο ιωβηλαίο, έχοντας συμπληρώσει 70 χρόνια στο θρόνο, από το 1952 που διαδέχθηκε τον πατέρα της, βασιλιά Γεώργιο Στ’. Συνέτριψε έτσι κάθε ρεκόρ Γκίνες, αφού πρόλαβε να γίνει η γηραιότερη, πλουσιότερη, πιο πολυταξιδεμένη και πλέον αναγνωρίσιμη μονάρχης στον κόσμο
Η ουσιαστική απόσυρση της Ελισάβετ άρχισε πέρσι το φθινόπωρο, εν μέσω πανδημίας και με την ίδια να επιδεικνύει, μέχρι τότε αξιοζήλευτη προσήλωση στις υποχρεώσεις της Βασίλισσας, εκτελώντας ένα εξαιρετικά επιβαρυμένο καθημερινό πρόγραμμα. Ήταν όμως φανερό πια ότι δεν μπορούσε να συνεχίσει στους ίδιους ρυθμούς. Όσο κι αν τη στεναχωρούσε αυτό. Όλοι αντιλαμβάνονταν ότι η αδάμαστη και «βιονική» γυναίκα που είχε γνωρίσει όλος ο κόσμος άρχιζε να αγκομαχά από την ταλαιπωρία των συνεχών επίπονων δημόσιων δεσμεύσεων, που προϋποθέτουν τη γαλαζοαίματη παρουσία της. Όσο κι αν είχε ήταν για δεκαετίες πιστή στο καθήκον, ανθεκτική και απροσπέλαστη σαν βράχος στις ακτές του Ντόβερ, το βάρος του χρόνου την επηρέαζε.
protothema.gr