«Δυστυχώς, με τη μεγάλη φτώχεια που είχαμε τότε, πήγα σχολείο σχεδόν μέχρι τη β’ δημοτικού. Έπρεπε να δουλεύω για να ζήσω».
Για τα δύσκολα παιδικά χρόνια που πέρασε, όταν ήρθε πρόσφυγας από την Κωνσταντινούπολη στην Ελλάδα, μίλησε ο Τέρης Χρυσός, σε συνέντευξη που έδωσε στην εφημερίδα Espresso και τον Αλκίνοο Μπουνιά.
Είσαι Κωνσταντινουπολίτης, σωστά;
Ναι, γεννήθηκα στην Πόλη και το 1949, στα εννιά μου χρόνια, ήρθαμε διωγμένοι στην Ελλάδα και εγκατασταθήκαμε στον Πειραιά, σε μια τεράστια αίθουσα ενός εργοστασίου στο Χατζηκυριάκειο, μαζί με πάρα πολλούς Έλληνες πρόσφυγες από την Πόλη. Μαύρη φτώχεια… Δεν μας βοήθησε κανένα κράτος και κανένας αρμόδιος της εποχής, παρότι ήμασταν Έλληνες. Αντίθετα, κάποια από τα παιδιά της γειτονιάς με κορόιδευαν και με έλεγαν «Τουρκάκι»…
Πουλούσα φιστίκια στην Τρούμπα για τα προς το ζην και τολμώ να πω ότι τα κορίτσια των καμπαρέ με βοηθούσαν. Έβαζαν τους Αμερικανούς πελάτες να αγοράζουν φιστίκια από μένα. Δυστυχώς, με τη μεγάλη φτώχεια που είχαμε τότε, πήγα σχολείο σχεδόν μέχρι τη β’ δημοτικού. Έπρεπε να δουλεύω για να ζήσω. Όμως, έμαθα μόνος μου, εκτός από ελληνικά και τούρκικα, να μιλάω αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά. Κι αυτό με βοήθησε στο ξένο ρεπερτόριό μου αργότερα, ως μοντέρνος τραγουδιστής.
Ένα μικρό παιδί εκτεθειμένο σε μια επικίνδυνη γειτονιά… Πόσο ασφαλές ήταν;
Όχι και τόσο, αλλά δεν γινόταν αλλιώς. Μια φορά, δύο Έλληνες διερμηνείς του αμερικανικού στόλου με ξεμονάχιασαν με σοκολάτες για να με ßιάσουν, αλλά τους πήρα χαμπάρι και την κοπάνησα. Αυτό το γεγονός, το οποίο δεν είπα ποτέ στους δικούς μου, δεν το κρύβω ότι μου δημιούργησε μεγάλο ψυχολογικό πρόβλημα.