«Στη φωλιά των Κου Κου» ήταν καλεσμένη η Κάτια Δανδουλάκη και εκεί μίλησε για όλα.
Αναφέρθηκε στα ψέματα, το χαμό της Ζωής Λάσκαρη, τη μοναξιά που νιώθει χάνοντας ανθρώπους με τους οποίους έχουν μεγαλώσει μαζί και τη θεραπευτική ικανότητα της αγάπης.
«Θίγεις ένα θέμα που είναι μέσα μου τα τελευταία 7-10 χρόνια και γίνεται όλο και πιο έντονο. Νιώθω μια πολύ μεγάλη μοναξιά. Κάποτε ως μικρά παιδιά το τελευταίο που σκεφτόμασταν ήταν μην πάθω κάτι. Ήμασταν ατρόμητοι, ξέραμε ότι δεν θα μας συμβεί τίποτα. Αθάνατοι. Όσο περνάει ο καιρός και βλέπω ότι φεύγουν οι φίλοι μου, φεύγουν οι άνθρωποι που μαζί με αυτούς μεγάλωσα και λιγοστεύουν οι άνθρωποι της καρδιάς μου, αισθάνομαι μια μοναξιά που δεν είναι καθόλου ευχάριστο πράγμα. Πολλές φορές μου είναι οδυνηρή. Αλλά ευτυχώς κάνουμε αυτή τη δουλειά που είναι δουλειά ψυχής και κεφιού και βρίσκω αυτή τη διέξοδο, γιατί δεν ξέρω πραγματικά τι θα έκανα. Βεβαίως είμαι άνθρωπος που δεν το βάζει κάτω εύκολα. Δηλαδή, επιβιώνω και δεν μου αρέσει να επιβιώνω με γκρίνια, επιβιώνω με χαρά», είπε αρχικά και συνέχισε αναφερόμενη στο θάνατο της Ζωής Λάσκαρη: «Ο χαμός της Ζωής Λάσκαρη ήταν σοκ. Ήταν ένα σοκ γιατί ήταν απανωτά. Ήταν της Ζωής και μετά ήταν το Βίλλη Ανδρέου, παραγωγός στο θέατρο, με τον οποίο κάναμε μαζί τα πρώτα μας βήματα στο θέατρο. Είχαμε ιδωθεί και με τον έναν και με τον άλλο λίγες ημέρες πριν. Αυτό το πράγμα μου δημιουργεί τεράστια ανασφάλεια και από την άλλη μεριά σε κάνει να σκέφτεσαι και να ξαναθυμάσαι και να δουλεύεις με την ψυχή σου και να λες αυτό είμαστε, περνάμε ένα ωραίο παραμύθι».
Όσο για την αγάπη και στο πόσο μας «προφυλάσσει», είπε: «Ας το ζήσουμε με πολλή αγάπη, ας αφήσουμε τη μιζέρια και τις μικρότητες κι ας αγαπάμε πολύ. Μόνο με αγκαλίτσες μπορούμε να προχωρήσουμε. Ας έχουμε αγκαλίτσα και ας δίνουμε αγκαλίτσα και ας αφήσουμε όλες τις σαχλαμάρες τις άλλες. Έχω πολλές αγκαλιές ακόμα και είμαι ευγνώμων για αυτές. Δεν έχω απωθημένα. Πιστεύω ότι οι άνθρωποι που δεν έχουν απωθημένα και ζητάνε και δίνουν αγάπη, αισθάνονται πιο πλήρεις και πιο ασφαλείς. Μέσα στην αγάπη κανείς δεν παθαίνει τίποτα».