Μέσα από το προσωπικό της μπλογκ, η Ζήνα Κουτσελίνη διηγείται μία πραγματικά συγκινητική αλλά ταυτόχρονα και συγκλονιστική ιστορία για τη ζωή της.
Η παρουσιάστρια της εκπομπής “Αλήθειες με τη Ζήνα” σε μία εκ βαθέων εξομολόγησή της αποκάλυψε πώς κατάφερε να ξεπεράσει τον φόβο της για το σκοτάδι και βγήκε από αυτό, βλέποντας το… φως της ζωής που φυσικά είναι η κόρη της, Έμμα.
Η Ζήνα Κουτσελίνη, γύρισε τον χρόνο στην εποχή που ήταν ακόμα μικρό κοριτσάκι στη Σκόπελο και μίλησε με συγκίνηση για τη δεύτερη μάνα της, όπως αποκαλεί την Γκρέκα. Διαβάστε παρακάτω τι ακριβώς αποκάλυψε:
«Όταν ήμουν μικρή δεν έκανα όνειρα στο παιδικό μου κρεβάτι. Περίμενα να ξημερώσει. Φοβόμουν τη νύχτα. Δεν ένοιωθα προστατευμένη στο σκοτάδι. Τα οικογενειακά απρόοπτα με φόβιζαν. Η ζωγραφική ήταν το καταφύγιο μου. Θυμάμαι τη μικρή Ζήνα να κάθεται δίπλα σ´ ένα σκαμνάκι στη ζωγράφο Γρέγκα που είχε έρθει για διακοπές στη Σκόπελο, άνοιξε τουριστικό μαγαζί δίπλα από το δικό μας και μετά ακολούθησε το όνειρο της να μαθαίνει ζωγραφική στα παιδιά, χειμώνα στο νησί.
Έμεινε χειμώνα για τα παιδιά στη Σκόπελο και για μένα. Νιώθω τόσα χρόνια μετά πως στα μάτια μου είδε πως θα μπορούσε να με βοηθήσει να ξεφύγω από τους φόβους μου και τα οικογενειακά απρόοπτα και βρήκε την ευκαιρία να υλοποιήσει το όνειρο της, κοντά στα παιδιά. Ήμουν τότε ένα κοριτσάκι πολύ αδύνατο (μ’ έπαιρνε ο αέρας του νησιού) με έντονα μάτια γεμάτα όρεξη να βρουν διέξοδο σε κάτι. Αναζητούσα να πιαστώ από κάτι και να ονειρευτώ. Η Γκρέκα με καριέρα σε Ελλάδα και Γαλλία, βρήκε στο νησί των Σποράδων το μυστικό της ευτυχίας της. Να ξαναδεί τα μάτια μου να χαμογελούν και να δείξει στα παιδιά έναν άλλο τρόπο έκφρασης εκτός από τις μπίλιες, το κρυφτό, την αμπάριζα, τις κούκλες.
Κάθε απόγευμα μετά το διάβασμα πήγαινα στη δική της φωλιά. Τίποτα δεν με σταματούσε. Ήθελα να ξεχαστώ, να ονειρευτώ με τη ζωγραφική. Είχα ταλέντο, όρεξη και ανάγκη να πιαστώ από τα χρώματα.
Όλα τα καλά κρυμμένα μου συναισθήματα τα έβγαζα στα χρώματα. Παίδευα την παλέτα ανάλογα με τη διάθεση μου. Ξέρω πως με καταλάβαινε αλλά πήγαινε με τα νερά μου και τα χρώματα μου. Μ´ έμαθε να διορθώνω ότι δεν μου ‘βγαινε όπως το ‘θελα. Έτσι κατάλαβα από πολύ νωρίς ότι στο χέρι μου είναι να διορθώσω τα χρώματα στη ζωή μου. Ο καμβάς ήταν η ζωή μου κι εγώ τη χρωμάτιζα.
Έβλεπα στα μάτια της ότι ήταν περήφανη για μένα κι εγώ ήθελα να δικαιώσω την επιλογή της να μείνει χειμώνα στο νησί.
Την αγάπησα πραγματικά και βαθιά. Περίμενε από μένα να ακολουθήσω τα χρώματα μου και να γίνω ζωγράφος. Δεν την ικανοποίησα… και της το εξήγησα…
Λίγο μου θύμωσε αλλά έπρεπε να επιβιώσω στα σίγουρα. Τα χρώματα και η παλέτα είχαν ρίσκο. Ξαναζωγράφισα μετά από πολλά χρόνια, όταν η ψυχολόγος μου μου είπε τι θα ζωγράφιζα αν αποκτούσα ένα παιδί και τι τώρα που δεν έχω. Χωρίς σκέψη της απάντησα τον ήλιο και το φεγγάρι αντίστοιχα. Ζωγράφισα και απελευθέρωσα το θέλω μου! Έγινα μάνα. Χρωμάτισα τον ήλιο μου.
Η Γκρέκα ήταν η δεύτερη μάνα μου. Η πνευματική μου μητέρα. Της χρωστάω τις χαρές της παιδικής μου ηλικίας, που αν δεν ήταν δίπλα μου θα συνέχιζα να φοβάμαι το σκοτάδι. Μ´ εβγαλε στο φως και η ζωγραφική στον κύκλο της ζωής μου μου έφερε τον ήλιο μου, την Έμμα μου.
Ξέφωτο είναι ο πίνακας που κάποτε ζωγράφισε και μου χάρισε. (Είναι το δικό μας ξέφωτο). Οι ζωγραφιές μου μαζί της ήταν το ξέφωτο μου. Γκρέκα μου δεν σε ξέχασα ποτέ. Μου ‘βαλες το χρώμα στη ζωή μου. Δεν σε πρόδωσα, εμένα πρόδωσα γιατί φοβήθηκα πως με τα χρώματα και τον καμβά δεν θα μπορούσα να επιβιώσω. Προτίμησα την ευκολία της εργασίας που επέλεξα.
Υ.Γ. Η Γκρέκα δεν ζει πια…Τα κοινά μας χρώματα πλημμυρίζουν καθημερινά την ψυχή μου… Οι άνθρωποι, όμως, πεθαίνουν μόνο όταν τους ξεχνάμε.»