Οι εμπορικές επιτυχίες που σημείωσε στην αρχή της καριέρας της δεν την εμπόδισαν να πειραματιστεί επί σκηνής και να διασχίσει καλλιτεχνικούς δρόμους δύσβατους για πολλούς ηθοποιούς.
Άνθρωπος των θετικών επιστημών, η Γιούλικα Σκαφιδά δεν ήταν αυτό που θα λέγαμε «γεννημένη ηθοποιός», όλα άλλαξαν όμως όταν στα 17 της είδε την παράσταση Γυάλινος Κόσμος, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μαυρίκιου.
«Είναι ο άνθρωπος που ουσιαστικά με μύησε σ’ αυτή τη δουλειά, χωρίς να το γνωρίζει. Οπότε, όπως καταλαβαίνεις, η χαρά μου είναι μεγάλη που φέτος συνεργάζομαι μαζί του στο Εθνικό Θέατρο, στην παράσταση Απόψε Αυτοσχεδιάζουμε, του Λουίτζι Πιραντέλο».
Το ευρύ κοινό τη γνώρισε μέσα από τη σειρά του Mega Μαύρα Μεσάνυχτα, ενώ την ερμηνευτική της δεινότητα απόλαυσε στο Νησί. Μετράει πολλές συνεργασίες στο ενεργητικό της, μερικές από τις οποίες σίγουρα δεν έγιναν κάτω από ιδανικές συνθήκες: «Διαλέγω τις συνεργασίες μου ενστικτωδώς.
Ωστόσο, είναι εξαιρετικά σημαντικό να περνάω καλά στη δουλειά. Στη δική μου γενιά αυτό ήταν ταμπού. Υπήρχε η μόδα που ήθελε τους σκηνοθέτες να είναι και λίγο οι βασανιστές των ηθοποιών. Θεωρούσαν ότι το να περνάς καλά αυτομάτως ευτέλιζε τη δουλειά. Μου αρέσει να νιώθω όμορφα σε μια συνεργασία και δεν εννοώ να χαζογελάω την ώρα της δουλειάς, αλλά να μην έχω το άγχος ότι κάποιος θα με προσβάλει, θα με πιέσει πέρα από τα όριά μου ή θα με κάνει σκουπίδι.
Πάντα πίστευα ότι ένας καλλιτέχνης δεν πρέπει να χάσει ποτέ την αθωότητα και το παιδί που κρύβει μέσα του. Σίγουρα όμως δεν πρέπει να χάσει και τον ενήλικα, γιατί μιλάμε για έναν χώρο που χρειάζεται γερό στομάχι. Κλισέ φράση αυτή, αλλά ισχύει» εξηγεί και συνεχίζει: «Υπήρξε μια περίοδος, εδώ στο Εθνικό κιόλας, που έφευγα κάθε μέρα κλαίγοντας. Έφτανα στο πάρκινγκ και έβαζα τα κλάματα από την πίεση, από τα νεύρα που μου προκαλούνταν κάθε μέρα και για διαφορετικό λόγο.
Πέρασα πολύ άσχημα. Βγήκε, βέβαια, μια ωραία παράσταση, αλλά δεν θα το ξαναέκανα. Μου έχει τύχει κάτι παρόμοιο και στην τηλεόραση. Όλο αυτό δεν έχει να κάνει με τη χημεία που έχεις με έναν άνθρωπο. Εδώ μιλάμε για τα βασικά: να μην είναι ο άλλος κακός, απότομος, υπερόπτης. Δεν θέλω να ξαναμπώ σε τέτοιες ψυχοφθόρες συνεργασίες, ακόμα κι αν πρόκειται για ανθρώπους που έχουν πολλά να πουν. Έρχεται η στιγμή που σκέφτεσαι “Γιατί να είναι αυτό το αντίτιμο;”. Οπότε λες “Άσ’ το καλύτερα”. Εγώ, πλέον, αυτό λέω».
Από τη Μαρία Παπαϊωάννου