Οι σκέψεις, τα συναισθήματα και οι τραυματικές εμπειρίες του παρελθόντος καταγράφονται στο σώμα μας. Η αποκατάσταση της σχέσης μας μαζί του αποτελεί την απαρχή της θεραπείας μας
H Μόριτ Χάιτσλερ είναι συνθετική-σωματική ψυχοθεραπεύτρια, επόπτρια και εκπαιδεύτρια, με πείρα 20 ετών. Εξειδικεύεται στη δουλειά με το τραύμα και έχει εκτεταμένη εμπειρία στη θεραπεία του τραύματος, ιδιωτικά και σε κρατικούς φορείς του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το Open Life μίλησε μαζί της για τη σωματική ψυχοθεραπεία, για το φαινόμενο του σαδισμού αλλά και για τις αιτίες που πολλοί άνθρωποι υποφέρουν την περίοδο των Χριστουγέννων.
Πως συνδέεται το σώμα με την ψυχοθεραπεία;
Η διάκριση ανάμεσα στο σώμα και τον νου είναι ένα από τα κυριότερα προβλήματα της δυτικής κοινωνίας. Πρόκειται για μια τεχνητή διάκριση, που οδηγεί στην αποσυσχέτιση, στην αντικειμενοποίηση και σε σωματικά συμπτώματα και παθήσεις.
Κατά τον 20ό αιώνα, οι νευροεπιστήμες μάς παρείχαν την επιστημονική εξήγηση ως προς το γιατί η επίγνωση του σώματος είναι τόσο κρίσιμο ζήτημα όταν εργαζόμαστε με οποιοδήποτε ψυχικό μοτίβο, ειδικά με εκείνα τα μοτίβα που δημιουργούνται ως αποτέλεσμα των πρώιμων εμπειριών της ζωής.
Η Σωματική Ψυχοθεραπεία κατανοεί όλα τα συναισθηματικά και ψυχικά προβλήματα στο πλαίσιο σώματος/νου ως ένα ενιαίο σύστημα. Για να επιλυθούν τα επαναλαμβανόμενα προβλήματα, η εξέταση σε νοητικό επίπεδο συχνά δεν είναι αρκετή – κάτι χρειάζεται να συμβεί που να επηρεάζει όλα τα επίπεδα της ύπαρξης.
Το σώμα είναι σαν ένας καθρέφτης σκέψεων και συναισθημάτων. Όλες οι στάσεις μας εκφράζονται στον τρόπο με τον οποίο κινούμαστε, στεκόμαστε, σφίγγουμε ή τεντώνουμε, ξεκουράζουμε ή επεκτείνουμε το σώμα μας. Με στόχο να ζήσουμε στο πλήρες φάσμα μας και να μπορέσουμε να εκφράσουμε τα συναισθήματά μας, με στόχο να είμαστε σε μια υγιή σχέση με τον εαυτό μας και τον κόσμο, χρειάζεται να επιστρέψουμε σπίτι, στο σώμα μας.
Η σωματική ψυχοθεραπεία στοχεύει στο να διευκολύνει αυτό το ταξίδι προς μια εσωτερική και εξωτερική σύνδεση, μέσω της πρόσβασης σε όλα τα επίπεδα της ύπαρξής μας.
Πώς επηρεάζεται το σώμα από το τραύμα;
Τόσο το τραύμα όσο και η αντίδραση στο τραύμα βιώνονται κυρίως μέσω του σώματος. Είναι στο σώμα μας που νιώθουμε τον πόνο, τον τρόμο, την οργή, την ντροπή, την αηδία ή την αποδοχή της πληγής.
Πολλοί επιζήσαντες από τραύμα έπρεπε να αποσυνδεθούν από το σώμα τους ώστε να επιβιώσουν με κάποια ακεραιότητα, αλλά μ’ αυτό τον τρόπο καταδίκασαν άθελά τους τον εαυτό τους σε μια αποσυνδεδεμένη ύπαρξη, που δεν μπορεί να αντλήσει από τη ζωοποιό τους δύναμη και δεν μπορεί να επιτρέψει καμία στενή επαφή με τους άλλους.
Και καθώς το σώμα έχει τόσο σημαντικό ρόλο, στη βίωση του τραυματικού γεγονότος όσο και στην απόκρισή του σε αυτό, πιστεύω ότι διαθέτει και την τεράστια δύναμη να θεραπεύσει το τραύμα.
Για κάποιους ανθρώπους, η αγάπη είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον πόνο, το σημάδεμα και την ικανότητα να υποφέρουν
Μπορεί το ψυχικό τραύμα να μεταφερθεί από τους γονείς στα παιδιά;
Ναι. Υπάρχουν πολυάριθμες μελέτες και έρευνες στο πεδίο του διαγενεακού τραύματος. Υπάρχουν δύο κύριοι τρόποι με τους οποίους θεωρώ ότι το τραύμα μεταφέρεται από τους γονείς στα παιδιά:
1. Μέσα από τις τραυματικές πληγές του γονέα, που είναι συχνά ασυνείδητες. Ο ίδιος μπορεί να πάσχει από κάποια ψυχική διαταραχή όπως το μετατραυματικό στρες, να υστερεί στην αυτορρύθμιση, να αδυνατεί να θέσει υγιή όρια, να κάνει κατάχρηση ουσιών κλπ. Καθώς ο γονιός δεν αποτελεί καλό πρότυπο, υπάρχει μια τάση να συμπεριφέρεται με μη υγιή τρόπο στο παιδί, κάτι που αποτελεί τραυματική εμπειρία για το τελευταίο.
2. Μέσω αυτού που ο Γερμανός ψυχοθεραπευτής Μπερτ Χέλινγκερ αποκάλεσε «έμφυτη σοφία στο πεδίο». Αυτό αφορά το συλλογικό και ατομικό ενεργειακό πεδίο που όλοι έχουμε γύρω μας. Το έργο του Χέλινγκερ είναι ένας μοναδικός συνδυασμός ψυχοθεραπείας βάθους και των «οικογενειακών σχηματισμών», που επιτρέπει στις κρυφές δυναμικές να έρθουν στο φως και να μεταμορφωθούν σε μια υγιέστερη ροή ενέργειας και αγάπης.
Πολλοί επιζήσαντες από τραύμα έπρεπε να αποσυνδεθούν από το σώμα τους ώστε να επιβιώσουν με κάποια ακεραιότητα, αλλά έτσι καταδικάζουν άθελά τους τον εαυτό τους σε μια αποσυνδεδεμένη ύπαρξη
Γιατί ορισμένοι άνθρωποι είναι σαδιστές;
Αυτή είναι μια δύσκολη ερώτηση που χρειάζεται ανάλυση, αλλά γι’ αυτή τη συνέντευξη θα μπορούσα να σας δώσω μια συντομότερη εξήγηση: ότι ο σαδιστής συνήθως προβάλλει τη δική του ευαισθησία στο άλλο άτομο έτσι ώστε να μη χρειαστεί να τη βιώσει ο ίδιος.
Μ’ αυτό τον τρόπο ο σαδιστής μπορεί να ελέγξει ή να τιμωρήσει το άτομο το οποίο βασανίζει για την εμπειρία της θυματοποίησης και του πόνου, από τα οποία χρειάζεται να αποσυνδεθεί. Μπορεί να αποτελεί απόπειρα από κάποιον που ήταν στη θέση του θύματος να μεταφερθεί στον ρόλο του θύτη.
Αυτές είναι ορισμένες πιθανές εξηγήσεις, αλλά πάντα χρειάζεται να έχουμε μια εξατομικευμένη προσέγγιση για κάθε άτομο που παρουσιάζει σαδιστική συμπεριφορά. Μια ακόμα σημαντικότερη ερώτηση: Γιατί ορισμένοι άνθρωποι ανέχονται να τους προκαλούν οι άλλοι πόνο;
Γι’ άλλη μια φορά, είναι δύσκολο να δώσουμε εδώ μια απάντηση που θα ερμηνεύσει αυτή την περίπλοκη ψυχολογική κατάσταση. Η σύντομη απάντηση είναι ότι για κάποιους ανθρώπους η αγάπη είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον πόνο, το σημάδεμα και την ικανότητα να υποφέρουν.
Για άλλους είναι ένας τρόπος να επιδείξουν τη χαμηλή αυτοπεποίθησή τους καθώς πείθονται πως αυτός είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο κάποιος άλλος μπορεί να ενδιαφερθεί γι’ αυτούς – είναι ένας τρόπος να «ξαναζωντανέψουν» μια σχεσιακή δυναμική που είναι οικεία και συνεπώς ασφαλής.
Δεν υπάρχει μόνο μία απάντηση που θα μπορούσε να δικαιολογήσει όλα τα είδη και τα επίπεδα της συμφωνίας/έλξης προς τον πόνο από το χέρι ενός άλλου· χρειάζεται να ακούσουμε την ιδιαίτερη, μοναδική ιστορία του κάθε ατόμου.
Τα Χριστούγεννα είναι μια περίοδος γιορτών, κατά την οποία αναμένεται να περνάμε καλά. Εντούτοις, πολλοί άνθρωποι καταλήγουν να βιώνουν τις διακοπές ως μια τραυματική περίοδο. Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό;
Πιστεύω ότι υπάρχουν κάποιοι λόγοι που συμβαίνει αυτό και ότι ο βαθμός αναστάτωσης και παλινδρόμησης που νιώθουν οι άνθρωποι την περίοδο των Χριστουγέννων μπορεί να ποικίλλει από εξαιρετικά φορτισμένες καταστάσεις μέχρι μούδιασμα και αποσύνδεση από συναισθήματα.
Η περίοδος των Χριστουγέννων υποτίθεται ότι είναι οικογενειακή γιορτή. Δημιουργεί μια υπόσχεση ζεστασιάς, αγάπης και σύνδεσης. Σχετίζεται με την αφθονία και τη γενναιοδωρία, την προσφορά και την αποδοχή. Αλλά συχνά δεν υπάρχει πραγματική συναισθηματική σύνδεση ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας, και η υπόσχεση της ζεστασιάς και της αγάπης αποδεικνύεται ότι είναι κενή και, συνεπώς, οδηγεί σε μεγάλη απογοήτευση.
Στην υλιστική κοινωνία μας η έννοια της αφθονίας και του μοιράσματος συχνά μεταφράζεται σε μια υλική επίδειξη της οικονομικής επιτυχίας. Όσο περισσότερα υλικά αγαθά δίνω τόσο περισσότερο δείχνω την ικανότητα να παράγω χρήματα και, κατ’ επέκταση, επιτυχία.
Έτσι, υπάρχει ένας κρυφός ανταγωνισμός σχετικά με τα δώρα – με την προσφορά και την αίσθηση του καθήκοντος και της ενοχής σε μια περίοδο κατά την οποία περνάμε χρόνο με ανθρώπους με τους οποίους συνδεόμαστε αλλά στην πραγματικότητα ποτέ δεν νιώσαμε ότι μας καταλαβαίνουν ή μας αποδέχονται, και αυτό δεν αλλάζει μαγικά απλώς και μόνο επειδή «είναι Χριστούγεννα».
Για όσους δεν έχουν οικογένεια, τα Χριστούγεννα είναι μια περίοδος κατά την οποία έρχονται αντιμέτωποι με μοναξιά και αίσθηση αποτυχίας σε σχέση με την έλλειψη συντρόφου, παιδιών, του τέλειου γάμου κλπ. Αυτή η μοναξιά μπορεί επίσης να βιωθεί ως μια απεγνωσμένη ανάγκη να ανήκουμε και ως μια απουσία του ανήκειν. Τα Χριστούγεννα είναι επίσης ένα σημείο αναφοράς στον χρόνο.
Οι άνθρωποι συχνά λέμε ότι μέχρι τα επόμενα Χριστούγεννα θα έχουμε αδυνατίσει, θα έχουμε πλουτίσει, θα έχουμε πετύχει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Τι συμβαίνει όταν δεν μπορούμε να ικανοποιήσουμε τις ίδιες μας τις προσδοκίες; Τι συμβαίνει όταν συναντιόμαστε με τους συγγενείς μας και νιώθουμε ότι μας κρίνουν με βάση τις αποτυχίες και όχι τις επιτυχίες μας;
Τέλος, νομίζω ότι σε κάθε περίσταση που παρουσιάζει μια απαίτηση να είμαστε «χαρούμενοι» υπάρχει αναπόφευκτα μεγάλη πίεση και πολλές προσδοκίες. Πιστεύω πως όταν οι άνθρωποι λένε ότι πραγματικά δεν τους αρέσουν τα Χριστούγεννα, στην ουσία αντιτίθενται σ’ αυτή τη συλλογική και προσωπική πίεση, καθώς και στην παλινδρομική προσμονή για την «τέλεια οικογένεια».
[Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Open Life, που κυκλοφόρησε με το Έθνος της Κυριακής, 24 Νοεμβρίου]